Page 20 - mag_015
P. 20
_λα λα-Land
Μικροσκοπικές ιστορίες
Μια βόλτα στο πάρκο, αυτό είναι η ζωή. Ένας πε- και εξουσιάζει στη λα λα –
ρίπατος μιαν ανοιξιάτικη μέρα μετά τη βροχή. Με Land, τη φανταστική χώρα
τον ήλιο να ξεπροβάλει μέσα απ τα σύννεφα και του τρελού κεφιού και της
αιώνιας λιακάδας. Ούτε
τη μυρωδιά από το βρεγμένο χορτάρι να γαργα- στεναχώρια ούτε θάνατος
λάει τα ρουθούνια σου που λαχταράνε μια νότα ζύγωνε εκεί. Μόνο χαρού-
φρέσκιας ζωής. Με τις λάσπες να κολάν στα κυ- μενα παιδιά που παίζανε
ριακάτικα μαύρα λουστρίνια σου και το αντίδωρο αμέριμνα γλύφοντας πε-
να αναπαύεται καρτερικά στην αριστερή τσέπη του λώρια πολύχρωμα παγωτά
μοντγκόμερί σου. και γεμίζανε τα χέρια τους
με τσιχλόφουσκες από
Κι η φτώχεια; Η πείνα; Ο πόνος κι ο θάνατος; Είναι κι τους αυτόματους πωλητές
αυτά βόλτα στο πάρκο γιαγιά; με το δίφραγκο.
Αυτά παιδάκι μου είναι οι λάσπες στα καλογυαλισμένα Το πρόσωπο της είχε τη
παπούτσια σου. Μια έτσι να τα τρίψεις στο φρέσκο υγρό γλύκα που μόνο ένα παιδί
γρασίδι και φύγανε. Κι αν δεις ότι δε καθαρίζουν, πέτα βλέπει στο γέρο, και τα γα-
τα παπούτσια και τρέχα ξυπόλητος. Νιώσε τη γη να χτυπά λανά της μάτια μαρτυρού-
στα πέλματα σου και τον αέρα να μαστιγώνει το πρόσωπο σαν πως κοιμήθηκε με το
20 σου. Κι άλλο μη πεθυμάς τίποτα πια. θάνατο μα ξύπνησε αγκα-
Η γιαγιά μου ήταν ο πιο αισιόδοξος άνθρωπος του κό- λιά με τη ζωή. Δεν είμα-
σμου. Τόσο πολύ που λέγαμε με την αδερφή μου πως ζει
στε φτιαγμένοι για θάνατο
παιδούδι μ’. Μας σκιάζει ο
θάνατος, τον αποφεύγου-
με, κάνουμε ότι δεν τον
βλέπουμε. Από ζωή είμαστε
πλασμένοι και μ’ αυτήν πο-
ρευόμαστε μέχρι το τέλος.
Γεννήθηκε στη δική της λα
λα-Land, στο Κορδελιό,
στις αρχές του περασμέ-
νου αιώνα. Κόρη ευκατά-
στατου Σμυρνιού εμπόρου
μεγαλωμένη με αρμένισες
νταντάδες και τούρκους
υπηρέτες, περπάτησε το
στρατί των πρώτων παιδι-
κών της χρόνων πατώντας
σε ροδοπέταλα. Πορφυ-
ρογέννητη. Το σπίτι μας
χώραγε τον κόσμο ολά-
κερο, συνήθιζε να λέει,