ΚΟΜΠΟΖΑΡΙΣΜΑΤΑ* ΓΥΝΑΊΚΕΣ ΠΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝΤΑΊ: ένα δημοφιλές θέ(α)μα! 42 *Κομποζάρω - συνθέτω, συνδυάζω < αγγλ. composite = σύνθετο κομποζάρισμα, κομποζαρισμένος-η-ο