Page 82 - mag_103
P. 82
ΜΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
Απομόνωση.
Σάββατο πρωί. Η ημέρα της Λαϊκής άκρη την αντίδρασή του κυρίου.
αγοράς. Είχε πρόγραμμα η Φανή στη Κάποιες ώρες ανοίγει η ψυχή μας κι
ζωή της. Όλα τακτοποιημένα, τοποθε- αφήνει την ομορφιά να μπει μέσα μας,
τημένα στα κατάλληλα κουτάκια, να ξέ- να μας χαϊδέψει. Ευλογημένες ώρες!
ρει πώς να πορεύεται.
Νοιώθεις πως όσα σε βαραίνουν κά-
Στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη της νουν στην άκρη. Χάνονται πίσω από
εισόδου, ίσιωσε εκείνη την ατίθαση μια αόρατη κουρτίνα. Κατατροπώνο-
τούφα στα μαλλιά της κι έπειτα βγήκε νται από το φως.
αργά από το σπίτι. Ενώ περίμενε το
ασανσέρ, άνοιξε πάλι την τσάντα. Σι- Έτσι ένοιωθε εκείνο το πρωινό η Φανή.
γουρεύτηκε πως τα κλειδιά ήταν στη Ανάλαφρη. Ανοιχτή στη ζωή.
82 θέση τους. Πόσο καιρό είχε να νοιώσει έτσι;
Ο ανοιξιάτικος ήλιος την έκανε να νοι- «Δεν θα το αναλύσω», είπε στον εαυτό
ώσει καλύτερα. Γύρω της όλα ήταν της. «Ας το χαρώ...»
ίδια. Της φάνηκαν όμως πιο λαμπερά.
Οι νεραντζιές του πεζοδρομίου είχαν Πριν στρίψει για τη Λαϊκή αγορά, απο-
ανθίσει. Ο τόπος μοσχοβόλαγε, το πε- φάσισε να κάνει μια βόλτα στο διπλανό
ρίπτερο της γωνίας είχε πιο φωτεινά πάρκο. «Ας κάνω ένα δώρο στον εαυ-
χρώματα. Όλα τα είχε μεταμορφώσει τό μου» σκέφτηκε και κατευθύνθηκε
ο ήλιος. Όλα; προς το πάρκο. Πέρασε την καγκελό-
πορτα κι άφησε τη ματιά της να ξεκου-
Διασταυρώθηκε μ’ έναν κύριο που ραστεί στα μικρά αγριολούλουδα που
είχε δει να μπαινοβγαίνει στην πολυ- είχαν φυτρώσει ανάμεσα στα χαλίκια.
κατοικία της. Τα παρτέρια ήταν φροντισμένα, όμως
«Καλημέρα», είπε αυθόρμητα. Την εκείνη από παιδί, αγαπούσε περισσό-
κοίταξε ξαφνιασμένος. Επιβράδυνε το τερο τα ταπεινά λουλουδάκια που έρ-
βήμα του για λίγο κι έπειτα την προ- χονταν απρόσκλητα να ομορφύνουν
σπέρασε χωρίς να απαντήσει. τον κόσμο της. Έκανε μια μικρή βόλτα
και κάθισε να ξεκουραστεί σ’ ένα πα-
«Δεν θα θυμάται πως έχουμε συνα- γκάκι. Πριν προλάβει να χαμογελάσει
ντηθεί στο ασανσέρ», σκέφτηκε. ή να πει κάτι στην κυρία που καθόταν
Συνέχισε να βαδίζει, βάζοντας στην ήδη εκεί, την είδε να τραβιέται προς