Page 63 - mag_82
P. 63
του Κωστή A. Μακρή
τροφές και τα απολυμαντικά. Κάτι θάβουν σωστά έναν αδικοχαμένο
που μετά από πολλούς αιώνες θα σύζυγο. Να του φτιάξει και μια λε-
προβλημάτιζε πολύ σοβαρά και τον κάνη κόλλυβα με μπόλικες κορινθι-
Αιδεσιμότατο Τόμας Ρόμπερτ Μάλ- ακές σταφίδες, να φχαριστηθούν οι
θους αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστο- Κορίνθιοι υπήκοοί του.
ρία. Αλλά όταν βρέθηκε πάλι στη γη ο
Αναλαμβάνει λοιπόν ο Δίας να λύσει Σίσυφος, χαζός ήταν να ξαναγυρί-
το πρόβλημα. σει στον Άδη; Μένει στο σπιτάκι του
Αναγκάζει ―δεν ξέρουμε πώς― τον και αποφασίζει να ζήσει εκεί μέχρι
Σίσυφο να απελευθερώσει τον Θά- τα βαθιά του γεράματα, να πίνει, να
νατο. τρώει και να χαζεύει τα δελφίνια
Και ο Θάνατος ―δουλειά του ήταν στον Κορινθιακό κόλπο.
άλλωστε― πιάνει πρώτον πρώτον Κάποια μέρα ―ή νύχτα, δεν ξέρουμε
τον Σίσυφο. λεπτομέρειες― πεθαίνει όμως ορι-
Αλλά είπαμε: εξυπνότατος των αν- στικά ο Σίσυφος. Οι θεοί του Κάτω
θρώπων ο Σίσυφος! Κόσμου, που του τα είχαν μαζεμένα, 63
Πριν πεθάνει, παραγγέλνει κρυφά του αναθέτουν μια τιμωρητική ερ-
στην κυρία Μερόπη, τη γυναίκα του, γασία για να τον κρατάνε αιωνίως
να μην του αποδώσει νεκρικές τιμές. απασχολημένο· μην τυχόν και τους
Και έτσι, όταν φτάνει στον Κάτω Κό- ξαναφύγει κι άντε μετά να τον ξανα-
σμο, ο Άδης τον ρωτάει: «Πώς από μαζέψουνε.
δω, κύριε Σίσυφε; Χωρίς τας νενομι- Ποια ήταν η εργασία αυτή; Την πε-
σμένας νεκρικάς τιμάς της κηδείας; ριγράφει ο Όμηρος:
Χωρίς ένα δίφραγκο στο στοματάκι «καὶ μὴν Σίσυφον εἰσεῖδον κρατέρ’
σας για τον βαρκάρη μας;». ἄλγε’ ἔχοντα, λᾶαν βαστάζοντα πε-
Ο Σίσυφος αρχίζει να γκρινιάζει και λώριον ἀμφοτέρῃσιν. ἦ τοι ὁ μὲν
να τα ρίχνει στη γυναίκα του που σκηριπτόμενος χερσίν τε ποσίν τε
έτσι ήταν πάντα, ούτε μια κηδεία λᾶαν ἄνω ὤθεσκε ποτὶ λόφον· ἀλλ’
τής προκοπής δεν ήταν ικανή να ὅτε μέλλοιἄκρον ὑπερβαλέειν, τότ’
κάνει η Μεροπίτσα ―ίσως να είπε ἀποστρέψασκε Κραταιΐς· αὖτις
πως έφταιγε κι ο πεθερός του ο Άτ- ἔπειτα πέδονδε κυλίνδετο λᾶας
λαντας―, και με μεγάλο θυμό και ἀναιδής. αὐτὰρ ὅ γ’ ἂψ ὤσασκε τι-
αγανάκτηση ζητάει άδεια κηδείας ταινόμενος, κατὰ δ’ ἱδρὼς ἔῤῥεεν ἐκ
και κανονικής ταφής από τον Άδη· μελέων, κονίη δ’ ἐκ κρατὸς ὀρώρει».
να γυρίσει πάνω στη γη, για να της …
δείξει της άτιμης της Μερόπης πως «Ακόμα αντίκρισα το Σίσυφο βαριά