Page 71 - mag_109n
P. 71

του Κωστή A. Μακρή











               στο δωμάτιο της Λενιώς, πατώντας                      σηκώνονται κανονικά από το κρεβα-
               στις μύτες των ποδιών τους. Ευτυχώς                   τάκι τους και δεν γκρινιάζουν όταν ξυ-

               που οι μύτες των ποδιών τους δεν ήτα-                 πνάνε». «Εγώ όμως γκρινιάζω» είπε
               νε συναχωμένες να φτερνιστούν με                      μουτρωμένη η Λενιώ. «Όχι πάντα…»

               θόρυβο και έτσι πλησίασαν το κρεβάτι                  ψιθύρισε κοντά στο αυτί της η μαμά
               της Λενιώς αθόρυβα.  Η Λενιώ κοιμό-                   “καλημερολαγούδα”.

               τανε πραγματικά. Κι όπως όλα τα παι-                  «Ναι… Το Σάββατο και την Κυριακή
               δάκια όταν κοιμούνται -ακόμα και τα                   το πρωί δεν γκρινιάζω…» συμφώνη-
               πάρα πολύ άτακτα- ήτανε πολύ ήσυχη,                   σε η Λενιώ. «Και τώρα που μας είδες

               πολύ γλυκιά και πολύ όμορφη.  Αθό-                    θα γκρινιάζεις ακόμα λιγότερο. Έτσι
               ρυβα λοιπόν οι τεράστιοι πολύχρωμοι                   δεν είναι;» ρώτησε ο μπαμπάς “καλη-

               λαγούδοι πλησίασαν και σκούντησαν                     μερολάγουδος”. «Έτσι!» συμφώνησε
               απαλά τη Λενιώ. Εκείνη άνοιξε τα μά-                  χαρούμενα η Λενιώ.«Και θα ξυπνάω
               τια της και τρόμαξε. Άκουσε όμως τα                   όταν μου μιλάει ο παππούς Βασίλης,

               χρωματιστά εκείνα πλάσματα να της                     ο παππούς Μίμης, η γιαγιά Ρένα και
               μιλούν τρυφερά και να της λένε: «Ξύ-                  η γιαγιά Φώτω». «Μπράβο, Λενιώ                             71

               πνα, γλυκούλα μας Λενιώ! Καλά “κα-                    μου» είπαν τα καλημερολαγούδια και
               λημερούδια”! Καλημερούδια είμαστε                     βγήκανε χοροπηδηχτά απ’ το δωμάτιο

               μεις, Καλημερολαγούδια!». Η Λενιώ                     πριν προλάβει να σηκωθεί η Λενιώ.
               δεν κατάλαβε τις φωνές των γονιών                                           * * *

               της γιατί ήταν αλλαγμένες.«Και τι εί-                 Το απόγευμα που γύρισαν ο μπαμπάς
               σαστε εσείς δηλαδή;» ρώτησε τρίβο-                    και η μαμά, η Λενιώ ήτανε ξετρελαμέ-
               ντας τα μάτια της απορημένη. «Είμα-                   νη απ’ τη χαρά της. Το ίδιο και οι παπ-

               στε τα πολύχρωμα λαγούδια που λέμε                    πούδες και οι γιαγιάδες. Που ξέρανε
               καλημέρα στα παιδάκια. Γι’ αυτό μας                   από πριν για το κόλπο με τα “καλημε-

               λένε “Καλημερολαγούδια”. Οι περισ-                    ρολαγούδια” και είχαν ενθουσιαστεί
               σότεροι όμως μας φωνάζουνε “καλη-                     από το αποτέλεσμα. «Ήρθανε τα Κα-
               μερούδια” γιατί τους είναι πιο εύκο-                  λημερολαγούδια στο δωμάτιό μου!

               λο». Η Λενιώ είχε μείνει με το στόμα                  Είδα τα Καλημερολαγούδια! Εκείνα με
               ανοιχτό. Είχε ανοίξει ορθάνοιχτες και                 ξυπνήσανε και σηκώθηκα αμέσως!»

               τις ματάρες της και παρατηρούσε τα                    φώναζε η Λενιώ και χοροπηδούσε
               “καλημερολαγούδια”.  «Και  πάτε  σε                   με χαρά. Όλοι γελούσανε χαρούμενοι.

               όλα τα παιδάκια;» ρώτησε λίγο διστα-                  «Θα ξυπνάω κάθε μέρα νωρίς να τα
               κτικά η Λενιώ.                                        βλέπω! Κάθε μέρα!» δήλωσε σοβαρά

               «Σε όλα πάμε! Αλλά δεν μας βλέπουνε                   η Λενιώ.
               όλα. Μας βλέπουνε μόνον εκείνα που                    Και χαρήκανε όλοι που η Λενιώ θα
   66   67   68   69   70   71   72   73   74   75   76