Page 24 - mag_05
P. 24
Οι π a
στρικιές
από την Κατερίνα Επιτροπάκη
Την κοίταξα πολλές φορές μευε. Τέσσερα κι εξηνταπέντε γυναίκα με το παιδί είχε ήδη
μέσα από τα σκούρα γυαλιά σου είπε η κοπέλα. Πλήρωνε να κάνει μεταβολή και είχε κατευ-
ηλίου που φορούσα. Δεν ήμουν ξεμπερδεύουμε. Τι τα μετράς θυνθεί στην έξοδο σχεδόν τρέ-
σίγουρη ότι ήταν αυτή. Ηλικια- τόση ώρα; Περιμένουμε, έχου- χοντας, χωρίς να περιμένει το
κά θα μπορούσε, πρέπει νάναι με και δουλειές. Αλλά βέβαια, χαρτάκι της απόδειξης.
γύρω στα 55. Εκείνη αποκλεί- δεν φταις εσύ, αλλά όλοι αυτοί Γέμισε ο τόπος από δαύτους!
εται να με αναγνωρίσει. Πάνε που σας μάζεψαν στις γειτονιές Ξέσπασε η μπροστινή μου (μα
τριάντα χρόνια που έχω φύγει μας και δεν σας βάζουν σ’ ένα δεν μπορεί. Πρέπει να είναι
από τη γειτονιά, ήμουν κορι- καράβι να σας στείλουν από κει αυτή!). Μετανάστες, σου λέει.
τσάκι 8 ετών περίπου τότε, που που ‘ρθατε! Από πού κρατάει η σκούφια
μετακομίσαμε για Μαρούσι. Η γυναίκα με το μαντήλι, σχεδόν τους; Το παιδί το είδες; Από
Η πορεία της μέρας μου με είχε προσπαθώντας να μην βάλει τα πότε θά χει να λουστεί.
φέρει σήμερα συμπτωματικά κλάματα, μετρούσε και ξαναμε- Αχ, δεν ξέρεις τι τραβάω εδώ
στην Καλλιθέα, στην πολύ παλιά τρούσε από τη χούφτα της τα που είμαι κυρία Ζαμπία μου!
μου γειτονιά που βέβαια τίποτα ελάχιστα κέρματα, προσπαθώ- Απάντησε αγανακτισμένη η νε-
δεν τη θυμίζει. Ακόμα και το μίνι ντας να κάνει την άθροιση. Δει- αρή ταμίας. Ελληνικά δεν ξέ-
μάρκετ που βρίσκομαι τώρα λά στο τέλος έτεινε το χέρι της ρουν, έρχονται να ψωνίσουν
στη σειρά για να πληρώσω στο στη νεαρή ταμία, η οποία με μια χωρίς να τους φτάνουν τα λε-
24 Ταμείο τα πράγματα που πήρα, γκριμάτσα αποστροφής, ακου- φτά, τρομάζω να συνεννοηθώ.
τότε δεν υπήρχε. μπώντας περίπου με αηδία τις Πρέπει να ‘χω και το νου μου μη
Εκείνη ήταν ακριβώς μπροστά άκρες των περιποιημένων της μου σουφρώσουν τίποτα! Έχω
μου. Δεύτερη στη σειρά. νυχιών με το γαλλικό μανικιούρ αγανακτήσει.
Μπροστά της η μελαμψή γυ- πήρε από τη μελαμψή παλάμη Να πάνε από κει που ‘ρθαν,
ναίκα με το μαντίλι στο κεφά- τα λιγοστά ψιλά, κι αφού τα χρυσή μου! Γέμισε ο τόπος από
λι. Ώχρό κίτρινο μακρύ ρούχο, μέτρησε της είπε σε αυστηρό δαύτους. Νισάφι πια.
κάτι ανάμεσα σε φόρεμα και τόνο: Ήμουν σίγουρη πλέον. Αυτή
ρόμπα, ενώ οι σκασμένες βρώ- - Λείπουν 60 λεπτά! ήταν. «Ζαμπία», όπως και τη
μικες φτέρνες της ακουμπού- Το παιδάκι, που μέχρι εκείνη γιαγιά της. Άλλωστε είναι τόσο
σαν πάνω σε ροζ πλαστικιές την ώρα κρατούσε τα ψώνια, μεγάλη η ομοιότητα! Ίδια κι
σαγιονάρες. Τυλιγμένο από τη ένα μπουκάλι γάλα, μια κονσέρ- απαράλλακτη! Το χρώμα των
μέση της το μικρό ρακένδυτο βα φασόλια και δύο μικρές γκο- μαλλιών αλλάζει λίγο, η κυρα-
μελαχροινό αγόρι, που τα μεγά- φρέτες, ακούμπησε μουδιασμέ- Ζαμπία που εγώ γνώριζα δεν τα
λα μαύρα μάτια του είχαν γίνει νο τη μια γκοφρέτα πάνω στον έβαφε! Είναι η εγγονή της λοι-
ακόμα πιο πελώρια, μάλλον από πάγκο του ταμείου. πόν! Καλά είχα υποθέσει.
το φόβο που του προκαλούσαν Άντε, εντάξει είσαι τώρα. Μπο- Ήμουν μικρό κοριτσάκι τότε.
οι φωνές της κυρίας από πίσω ρείτε να φύγετε! Είπε με κοφτό Εκείνη πρέπει να ήταν γύρω
σε μια γλώσσα που σίγουρα δεν τόνο η ταμίας, ενώ η μελαμψή
πολυκαταλάβαινε.
Επιτέλους κυρά μου, συντό-