Page 37 - mag_32
P. 37

του Γιώργου Λίλλη











               Αγριόπαπιες, πελαργοί, πε-          παρά ένα βυθισμένο τρύπιο          σει να βγουν από την υγρή
               λεκάνοι, κι άλλα πουλιά, μι-        βαρέλι, γεμάτο σκουριά και         τους φυλακή.
               κρά και μεγάλα, πετούσαν ή          λεκέδες. Ο Θεοφάνης του            Ύστερα τον προσκάλεσε να
               έκαναν βουτιές στα ήσυχα            είπε πως ερχόταν συχνά             κολυμπήσουν όμως ο παπ-
               νερά για να πιάσουν ψά-             εδώ με τον πατέρα του για          πούς Γιώργος δίστασε. Δεν
               ρια, ή πάλι κολυμπούσαν,            ψάρεμα. Είχαν κι αυτοί μια         ήξερε κολύμπι και φοβισμέ-
               σαν  βαρκούλες,  ανέμελα,           βάρκα. Την είχαν κρυμμένη          νος λίγο από τις ιστορίες με
               ακολουθώντας την δίνη του           στους καλαμιώνες, και όταν         τα φαντάσματα του βυθού
               ανέμου. Στην άκρη, δίπλα            δεν είχε κύμα, ξανοίγονταν,        και την χαμένη πολιτεία,
               τους, μερικά δέντρα είχαν           γιατί όσο και να του φαίνο-        προτίμησε να μείνει έξω. Ο
               ριζώσει μέσα στο νερό,              νταν παράξενο, αυτή η ήσυ-         Θεοφάνης, έβγαλε στα γρή-
               και τα πουλιά είχαν φτιάξει         χη λίμνη αγρίευε απότομα           γορα τα ρούχα του, τα πέτα-
               φωλιές στα κλαδιά τους.             και σήκωνε μεγάλα κύματα           ξε στην άμμο, και τσίτσιδος
               Από μακριά έμοιαζαν με αν-          και αλίμονο σ΄ αυτόν που           έκανε μια βουτιά στα νερά
               θρώπους που έμπαιναν στο            είχε ανοιχθεί στα βαθιά.           διασπώντας τα. Μετά, με
               νερό για να δροσίσουν το            Του είπε πως ο πατέρας του         αποφασιστικές όλο σιγου-
               κορμί τους. Στην απέναντι           έριχνε δίχτυα στην ανατο-          ριά κινήσεις των χεριών και
               όχθη ορθώνονταν ο λόφος             λική πλευρά, εκεί όπου το          των ποδιών του, πήγε τόσο
               του Λιγουβιτσίου, με τα             νερό είναι μαύρο από το            βαθιά που ο παππούς μου,
               απότομα χαρακωμένα βρά-             μεγάλο βάθος, και πως είχε         ίσα ίσα που μπορούσε να δει               37
               χια, ασπρόμαυρα και αιχμη-          δει πολλές φορές να βγά-           το κεφάλι του να εξέχει, σαν
               ρά  σαν  λόγχες,  ενώ  πίσω         ζει κάτι πέστροφες, τόσο           μπάλα ή σαν εξωτικό πουλί,
               τους διακρίνονταν το χωριό          μεγάλες  όσο  το  μπόι  του.       έτσι όπως είχαν ανακατευτεί
               βαμμένο στο χρώμα των               Και πως μετά τις έψηνε στα         τα μαλλιά του από το νερό
               σύννεφων. Τα λιβάδια ήταν           κάρβουνα και μοσχοβολού-           προς τα πίσω. Τελικά γύρισε
               πλημμυρισμένα με διάφο-             σε όλος ο κάμπος. Του διη-         πίσω, και βγήκε από το νερό
               ρα λουλούδια, πολύχρωμη             γήθηκε επίσης για το βυθι-         και ενώ το σώμα του είχε ρι-
               ανθοδέσμη ενός ανώτερου             σμένο χωριό στα νερά της           γήσει από το κρύο, μελανια-
               και απόλυτα δίκαιου δημι-           λίμνης, που τα καλοκαίρια          σμένο, αναζήτησε μια μεριά
               ουργού, που προθυμοποι-             όταν έπεφτε η στάθμη μπο-          όπου ο ήλιος κάρφωνε τις
               ήθηκε να αλλάξει ρότα στο           ρούσε κάποιος να δει το            αχτίδες του στο έδαφος κι
               ανθρώπινο πεπρωμένο.                καμπαναριό να ξεπροβάλει           έμεινε εκεί, ακίνητος, κάτω
                                                   από το νερό, σαν υποβρύ-
               Μια σπασμένη βάρκα ήταν                                                από τον προβολέα για να
               βυθισμένη στα ρηχά, όπου            χιο που έχει σηκώσει την           στεγνώσει.
               στη δεξιά πλευρά της υπήρ-          διόπτρα του και παρακο-            Μετά ντύθηκε και του είπε με
               χε μια μεγάλη τρύπα, σαν να         λουθεί την πατρίδα των ζω-         σοβαρότητα, προσποιούμε-
               την είχαν τορπιλίσει, και το        ντανών. Και πως σίγουρα            νος με ταλέντο τον ενήλικο,
               νερό είχε εισχωρήσει στο            εκεί κάτω, στα βυθισμένα           για να εντυπωσιάσει ακόμα
               εσωτερικό σκεπάζοντας την           ερείπια, μπορεί να υπήρχαν         περισσότερο ότι θα τον πή-
               με μια πράσινη τσόχα, από           ακόμα και τώρα ανθρώπι-            γαινε σ΄ ένα μέρος, όπου
               υδρόβια φυτά που είχαν              νοι σκελετοί που περιμέ-           είναι το αγαπημένο του, και
               τυλίξει στην κυριολεξία το          νουν κάποιον θαρραλέο να           που σε κανένα παιδί στο
               ξύλο. Κουπιά δεν υπήρχαν,           κατέβει στα σκοτεινά αυτά          χωριό δεν το είχε δείξει και
                                                   θαλάμια και να τους βοηθή-
   32   33   34   35   36   37   38   39   40   41   42