Page 61 - mag_39
P. 61
του Γιώργου Λίλλη
Το ζώο έξυσε το χώμα με τις όμορφη σκηνή. Μακριά από με τα δυο του δάχτυλα, σαν
οπλές του, έσκυψε και μύ- κάθε σκοτεινό πεπρωμένο. μια μπαλαρίνα που χορεύει
ρισε το υγρό έδαφος. Κάτι Ανέμελα, χωρίς να υπολο- γύρω από τον εαυτό της και
κουνήθηκε μέσα από τους γίζουν πως ο κυνηγός βρι- μετά έσφιξε τον μίσχο, σαν
θάμνους και την στιγμή που σκόταν σε απόσταση ανα- να ήταν κάτι πολύτιμο. Μια
ήταν να πατήσει την σκαν- πνοής. είδηση για κάτι καλό.
δάλη, άφησε το δάχτυλο Μπαγάσα, είπε από μέσα Παρατήρησε το ρυάκι. Τις
χαλαρό και περίμενε. Με- του. Θα την σκότωνες πα- αχτίδες του ήλιου στις αε-
ρικά γουρουνάκια ξεπρόβα- ραλίγο. Δεν ήταν το ίδιο τοράχες και τα βράχια. Τον
λαν δειλά από τις συστάδες ζώο που είχες δει προχθές. διάκοσμο από πέτρες στο
και στριφογύρισαν γύρω Αλλιώς θα ήξερες ότι είχε φαράγγι.
από την μάνα τους. μικρά. Διάολε. Τι θα έκα- Πέρασε το όπλο στον ώμο
Που να πάρει, ψιθύρισε, νες μετά με τα κουτσούβε- του και αναχώρησε. Ανέβη-
έχεις μικρά και δεν το είχα λα; Δεν θα σου πήγαινε η κε τον λόφο και μετά, κα-
πάρει χαμπάρι. καρδιά να τα αφήσεις μόνα, θώς το πρωινό φως άρχισε
Τέσσερα, ούτε είκοσι ημε- έτσι δεν είναι; να κατακλύζει το τόπο φα-
ρών, όπως υπολόγισε. Κα- Χαμογέλασε έτσι όπως τα νερώνοντας τις λεπτομέρει-
θώς πήγαν να πιουν, εκείνη είδε να παίζουν μες στην ες του, έφτασε στο άλογο 61
κυρτώθηκε, επιθεωρώντας καταχνιά, σαν ελπιδοφόρες και το έλυσε.
την περιοχή. σκιές σε ένα μελαγχολικό Κατεργάρη Βουκεφάλα,
Που να ξερες καημένη τι θεατρικό έργο όπου ο σκη- δεν άργησα, έτσι; Τι λες;
σε περίμενε, μονολόγη- νοθέτης αποφασίζει τελικά Επιστρέφουμε στο τσαρδί
σε. Λίγο ακόμα και θα εί- να δώσει ένα αίσιο τέλος μας;
χαν μείνει ορφανά τα μικρά στην ιστορία του για να ικα- Το άλογο κούνησε το κεφά-
σου. Φτηνά την γλίτωσες. νοποιήσει τους θεατές του. λι του σαν να συμφωνού-
Είσαι τυχερή. Το αγριογούρουνο μ΄ ένα σε και η χαίτη του ανέμι-
Καθώς οι πρώτες αχτίδες γρύλισμα ώθησε τα μικρά σε. Χλιμίντρισε και με τις
ξεπρόβαλαν από το βουνό του να το ακολουθήσουν. οπλές του έξυσε το χώμα.
παρατήρησε την αγέρω- Το δάσος έκλεισε τις πόρτες Μάζεψε το σχοινί, το έκανε
χη όψη του θηλυκού, έτσι του και εκείνα συνέχισαν το κουλούρα και το απίθωσε
όπως περιεργάζονταν τα μι- ταξίδι τους μες στην πρωινή στο σαμάρι. Καβαλίκεψε και
κρά της. Τα γουρουνάκια, ομίχλη. πήραν τον δρόμο της επι-
αφού ξεδίψασαν πήγαν κο- Ανασηκώθηκε και κάθισε στροφής.
ντά της γρυλίζοντας κι εκεί- ανακούρκουδα στο χορτάρι.
νη τα χάιδεψε με την μου- Έβγαλε τα φυσίγγια και τα
σούδα της επιδοκιμαστικά. έχωσε στην τσέπη του.
Στριφογύρισαν δίπλα της Είδε μια μαργαρίτα, ανάμε-
με μικρές δρασκελιές κυνη- σα στα πόδια του και την
γώντας το ένα το άλλο. Μια έκοψε. Την στριφογύρισε