Page 58 - mag_39
P. 58

ΜΕϊλ ΑΠΟ ΤΗ γΕΡΜΑΝΙΑ






                                        Kαι ο

                ΘΑΝΑΤΟΣ












                                       δεν θα έχει

                                                 ΕΞΟΥΣΙΑ




















   58










               Δεν είχε ξημερώσει όταν             πέτρινοι όγκοι της Γκαμίλας         δρόμο προς το φαράγγι. Για

               σηκώθηκε  από  το  κρεβάτι          μαζί με τις βουνοπλαγιές            μια στιγμή σταμάτησε και
               και ντύθηκε στα σκοτεινά.           της Αστράκας. Και τα άστρα.         κοίταξε επίμονα τον ουρα-
               Η φωτιά στη σόμπα είχε              Σαν μικρά χρυσαφένια κου-           νό. Σαν να έψαχνε μες στην

               σβήσει και τα παράθυρα εί-          μπιά.                               ερημιά ένα σημάδι. Μια αι-
               χαν θολώσει από το κρύο.            Αφουγκράστηκε. Κάπου στο            τία για όλα όσα κρατούσε
               Θα μπορούσε να ζωγραφί-             βάθος  άκουσε  το  τραγούδι         μέσα του αναπάντητα.
               σει κάποιος στο γυαλί μια           του γκιώνη. Τον μακρινό             Κατηφόρισαν το στενό γε-
               αστεία φιγούρα, αλλά το             ήχο του αέρα ανάμεσα στα            μάτο πέτρες μονοπάτι. Οι

               μόνο που φανερώθηκε ήταν            έλατα.                              οπλές του αλόγου ακούγο-
               η σκιά του καθώς φόρεσε             Έκλεισε την πόρτα και κα-           νταν πάνω στα λιθάρια, έτσι
               το  πανωφόρι και πήρε το            τευθύνθηκε  προς  τον  στά-         όπως βάδιζε αργά, σαν μα-

               δίκαννο από το ντουλάπι.            βλο. Το άλογο μόλις τον             κρινά χειροκροτήματα.  Τα
               Έβαλε μερικά φυσίγγια στην          κατάλαβε χλιμίντρισε και            πουρνάρια έμοιαζαν με πε-
               τσέπη και άνοιξε την πόρτα.         εκείνος το χάιδεψε καθησυ-          λώριες σκιές ακίνητων ελε-
               Μπροστά του διαφαίνονταν            χάζοντας το. Του φόρεσε το          φάντων, λες και ο Αττίλας
               αμυδρά μες στο χάραμα οι            σαμάρι και ακολούθησαν το           είχε στρατοπεδεύσει σ΄ αυτή
   53   54   55   56   57   58   59   60   61   62   63