Page 58 - mag_51
P. 58

ΜiKΡεΣ ΙΣΤΟΡΙεΣ                                  του Κωστή A. Μακρή

                             Ο Ηλίθιος

                και η τραμπάλα «μου»





               ― Έλα εδώ, λέω στην Ι. (τη «μικρή»)                   τάζει, πρώτα μουτρώνει και μετά χαμο-
               με δυνατή αλλά σταθερή φωνή. Χωρίς                    γελάει στην αδερφή της. Χαμογελάνει
               να σηκωθώ απ’ το παγκάκι. Φροντίζο-                   και οι δύο.

               ντας να μη φανεί το παραμικρό ίχνος                   Απλώνω το χέρι στη «μεγάλη». Έρχεται
               τρόμου ούτε στη φωνή ούτε στην όψη                    κάπως δειλά ―δεν υπάρχει κίνηση,
               μου.                                                  πράξη και έκφραση των παιδιών από
               Έρχεται.  Ψιλοκουτσαίνει  ―λίγο  θεα-                 την οποία να απουσιάζει εντελώς το

               τρινίστικα― και θρηνεί. Κι ο θρήνος                   θέατρο! Έτσι νομίζω…― γέρνει δίπλα
               επίσης με ολίγη από Επίδαυρο. Και το                  μου αποζητώντας ανάλογη αγκαλιά με
               λανθάνον κείμενο μπορώ να το διαβά-                   της αδερφής της. Τις αγκαλιάζω και τις
               σω: «Επίτηδες το έκανε! Για να με ρί-                 δύο.

               ξει! Την ξέρω εγώ την…».                              ― Καμιά σας δεν φταίει. Αυτά συμβαί-
               Της αρέσει να «παίζει» την αδικημένη.                 νουν όταν παίζουμε. Σας αγαπάω και
               Έχει έφεση στο δράμα, όπως πολλά                      τις δύο. Πολύ.

               παιδιά. Έτοιμη είναι να τραγουδήσει την               Το κλάμα της «μικρής» σταματάει. Η
               άρια «Sola, perduta, abbandonata!»                    «μεγάλη» έχει συνέλθει. Εγώ περισ-
               από την όπερα Manon Lescaut*.                         σεύω πλέον. Τρέχουν πάλι στην τρα-
   58
               Την παίρνω στην αγκαλιά μου και την                   μπάλα. Να συνεχιστεί το παιχνίδι που
               καθίζω στο πόδι μου.                                  έμεινε στη μέση. Ανεβαίνουν προσεχτι-
               ― Θα περάσει, της λέω. Δεν έγινε τί-                  κά.
               ποτα. Όταν παίζουμε, συμβαίνουν αυτά.                 ― Κάθισες; Εντάξει; ακούω τη «μεγά-

               Πλησιάζει η «μεγάλη» διστακτικά. Βλέ-                 λη» να λέει στη «μικρή».
               πω την ενοχή και τον φόβο στο βλέμ-                   Δεν χρειάζεται να τους πω να προσέ-
               μα της, σαν κλεφτοφάναρο να κινείται                  χουν. Το έχουν μάθει.

               από τα μάτια μου στο πίσω μέρος του                   Ευχαριστώ νοερά τον Ντοστογιέβσκι.
               κεφαλιού της «μικρής» που έχει κουρ-                  Παρόλο που δεν θα τον ήθελα ούτε για
               νιάσει στην αγκαλιά μου και ακόμα μι-                 πατέρα μου ούτε για παππού μου.
               ξοκλαίει, περισσότερο για να μη φανεί                 Τα έχω ξεκαθαρίσει αυτά μέσα μου. Αρ-

               ότι ήταν τόσο μικρό το «ατύχημα» που                  κετά, ελπίζω.
               δεν του αξίζει ένα αξιοπρεπές και με                  Άλλο να διαβάζεις λογοτεχνία ή να
               κάποια διάρκεια κλάμα.                                γράφεις, κι άλλο αυτό που ζεις.

               Η «μεγάλη» με κοιτάζει σαν άτακτη                     Κι άλλο που, για μένα, ζωή και λογο-
               γάτα. Την ενθαρρύνω με το βλέμμα.                     τεχνία είναι στην ίδια τραμπάλα: πότε
               ― Με συγχωρείς, λέει στη μικρή της                    πάνω η μία, πότε η άλλη. Αυτή είναι η
               αδερφή, χαϊδεύοντάς της τα μαλλιά.                    τραμπάλα «μου».

               Ταπεινώνεται. Και υψώνεται.
               «Πόσο θα πρέπει να ντρέπεστε…».                                                 *

               Η «μικρή» σηκώνει το βλέμμα. Με κοι-
   53   54   55   56   57   58   59   60   61   62   63