Page 61 - mag_63
P. 61
του Κωστή A. Μακρή
Στο πατρικό μου σπίτι δεν συνήθιζαν να γενειακοί φίλοι, με τους ρόλους τους
βρίζουν. και τις μεταξύ τους σχέσεις καθορι-
Την πρώτη φορά που είπα μαλάκα τον σμένες από ένα «κάστινγκ» της ειμαρ-
μεγαλύτερο αδερφό μου έφαγα μια μένης του οποίου το νόημα (του κά-
ανάποδη από τη μαμά. Δεν θυμάμαι πό- στινγκ) εξακολουθώ να αγνοώ. Κάτι
σων χρόνων ήμουνα αλλά η μνήμη της ανάλογο μ’ αυτό που γίνεται και στις
μπούφλας έχει μείνει μαζί μου κι ας εί- τωρινές μας γιορτές.
ναι κάμποσα χρόνια νεότερη. Περνούσε η Ανθούλα δίπλα από τον
Παρ’ όλα αυτά, στα οικογενειακά μας Μένιο στριμωχτά κι εκείνος βροντο-
γλέντια επικρατούσε πνεύμα ελευθερι- φώναζε: «Σιγά, μωρή! Θα με τραυμα-
ότητας και τα αστεία που λεγόντουσαν ή τίσεις με τον μαστό σου!».
και παριστάνονταν (σαν θεατρικά δρώ- Του έριχνε ένα μπινελίκι η θεία Αν-
μενα πολλές φορές), σήμερα θα θεω- θούλα, με τα «βίστα-βίζιον» (όπως
ρούνταν απαγορευμένα για παιδιά. έλεγε ο Μένιος) στήθη της, κι εμείς
Έμπαινε στο σπίτι η θεία Ματίνα η αστεία τα παιδιά (ό,τι καταλαβαίναμε στα 4,
(τρεις ήταν οι θείες Ματίνες, αστείες και 5, 8 μέχρι και τα 15 μας χρόνια) κακα- 61
οι τρεις αλλά η μία ήταν η πιο αστεία), ρίζαμε μ’ εκείνη την κρυφή ανατριχί-
στεκόταν απέναντι από τον πατέρα μου λα που έχουν τα παιδιά όταν ψάχνουν
και με φωνή καραγκιόζη ―στο πιο σο- σε Ελληνοαγγλικά, Ελληνογαλλικά ή
πράνο― τον προσφωνούσε: «Γεια σου, άλλα λεξικά για να βρουν πώς λέγεται
εξάδερφε!» για να απαντήσει ο πατέ- το βυζί, ο κώλος, ο κλανιάρης, ο πορ-
ρας μου, με επίσης καραγκιοζοπαικτική δαλάς και άλλες παρόμοιες λέξεις στα
φωνή: «Γεια σου, εξαδέρφη!». «ξένα». Τώρα, βέβαια, αυτό το ψάξιμο
Αγκαλιαζόντουσαν, φιλιόντουσαν και γίνεται στο ίντερνετ.
εμείς τα παιδιά σχεδόν κατουριόμασταν Μας πλησίαζε ο Λάκης εκεί που τρώ-
από τα γέλια όχι γιατί είχε ειπωθεί κάτι γαμε εμείς τα παιδιά, με εκείνο το
εξαιρετικά αστείο αλλά γιατί η είσοδος κρυφοαλεπουδίσιο του χαμόγελο, και
της θείας Ματίνας της «αστείας» σημα- ρωτούσε: «Τι κάνετε, παιδάκια;» εμείς
τοδοτούσε την αρχή του «ανόσιου», του γελάγαμε, γιατί ξέραμε ότι κάτι αστείο
«βλάσφημου» και του «ανίερου» που θα πει, και λέγαμε: «Καλά» κι εκείνος
θα ακολουθούσε σ’ ένα κατά τα άλλα κρυφογελούσε κι έλεγε: «Το βλέπω
συνηθισμένο οικογενειακό γλέντι. Χω- ότι είσαστε καλά και βλέπω που τρώ-
ρίς λογοκρισία και με παρόντα όλα τα τε τον άμπακο και δεν σας προφταί-
παιδιά. νουν οι πατεράδες σας που χλαπακιά-
Οι «μεγάλοι» ήταν συγγενείς και οικο- ζετε τον αγλέορα! Καλύτερα να σας