Page 77 - mag_99
P. 77

της Δήμητρας Ξενάκη











               Το φώς που μπήκε απ’ το παράθυρο                      άλλο νόημα στις στιγμές μου.

               έχει κάτι διαφορετικό. Είναι διάφανο κι               Με κατακλύζει διάφανο, τρυφερό φως
               ανάλαφρο. Μοιάζει να κουβαλάει υπο-                   που σε πάει όπου θέλεις ή βίαιο αστρα-

               σχέσεις.                                              φτερό μεσημεριάτικο φως, που στρα-

               Έτρεξα ν’ ανοίξω τα τζάμια. Το κάλεσα                 φταλίζει στους αφρούς της θάλασσας ή
               να ‘ρθει, μέσα στο σπίτι κι εκείνο δέ-                ένα δειλό  νυχτερινό φώς απ’ το φεγγά-

               χτηκε. Μπήκε με βήμα αργό μα στα-                     ρι, που χαράζει  αμήχανα  ασημένιους
               θερό. Κάθισε στους τοίχους, στην πο-                  δρόμους.

               λυθρόνα στα μαξιλάρια και στο ποτήρι                  Με καθηλώνει το φως που μπαίνει
               που είχα ξεχάσει στο τραπέζι. Κάθισε                  μέσα μου και αλλάζει την όψη του κό-

               και στα μάτια μου στα μαλλιά και στους                σμου.  - Είπαν πως το καλοκαίρι είναι

               ώμους μου.

 ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ     Δεν είχε βάρος. Τύλιγε τα πάντα με μια                μια εποχή, λέω. Είπαν πως είναι μια

               πνοή, που είχε το άρωμα της γης, της
                                                                     εποχή με χρώμα χρυσό…
               ελιάς και της θάλασσας.
                                                                            - Το φως γελάει παιχνιδιάρικα.
               Μπήκε μέσα μου, ξεκλείδωσε αμπα-                        «Σκέψου, μου λέει, θυμήσου τα δικά                       77
               ρωμένες πόρτες, παραμέρισε εμπόδια                    σου καλοκαίρια και θα βρεις την απά-

               και μου χάρισε ήχους αγαπημένους.                     ντηση».
               Άκουσα το πρώτο τζιτζίκι και το κύμα                  Σαστίζω.

               να σκάει στα βράχια κι έπειτα να μετα-                Κλείνω τα μάτια και ψάχνω  τα καλο-

               τρέπεται σε χίλιες μικρές ολόλαμπρες                  καίρια μου.
               σταγόνες. Η κάθε μια μου έλεγε κάτι.

               Κι εγώ ακίνητη, δεχόμουν το φως , τους                …Ένα τσούρμο παιδιά, περπατάνε ανά-

               ήχους και τ’ αρώματα. Δεν σκεφτόμουν                  μεσα στις ελιές. Ακολουθούν το δρο-
               αν ζω κάτι αληθινό ή αν ονειρεύομαι.                  μάκι που βγάζει στην παραλία. Περπα-

               Είχα αφεθεί στο διάφανο φώς.
                                                                     τάνε σηκώνοντας σκόνη, αδιαφορούν
                      - Δεν είσαι ένα τυχαίο φως, του                για τα καπέλα που γλιστράνε απ' τα κε-
               είπα, είσαι το Καλοκαίρι                              φάλια τους. Μιλάνε όλα μαζί. Δυνατά,

               Καλοκαίρι, καλό - καίρι, ψιθύρισα..                   χωρίς ειρμό. Τα πρόσωπά τους είναι

                      - Μα αυτό είναι το καλοκαίρι, μου              αναψοκοκκινισμένα, αλλά κανένα δεν

               φώναξε. Το Φως.                                       δείχνει να ενοχλείται..

               Καλοκαίρι σημαίνει φως, μου λέει κι                   Το πολύχρωμο παιδομάνι φτάνει στην
               εγώ  ανακαλώ  εικόνες που  έδωσαν                     παραλία. Τα ρούχα βγαίνουν γρήγορα.
   72   73   74   75   76   77   78   79   80   81   82