Page 41 - mag_96N
P. 41

του Βελισάριου Θώδη











               μου και οι άντρες τους.                               με το δάχτυλό μας και όποιο έφτα-

               Μόλις  βγαίναμε  έξω  ξεκινούσαμε                     νε πιο μακριά κέρδιζε όλα τα άλλα
               αμέσως την μπάλα με τον αδερφό                        των υπολοίπων. Βέβαια και σε αυτά
               μου, μέχρι να κατέβουν τα ξαδέρφια                    υπήρχαν διακυμάνσεις γιατί στην

               μας στο δρόμο. Ο Κώστας, η Ειρήνη                     αρχή θυσιάζαμε μόνο τα διπλά μας
               η μικρή και η μεγάλη, ο Μανώλης και                   αλλά μετά ξεκινάγαμε το ίδιο με τα
 Μια Παρασκευή...  μετά όποιο άλλο παιδί έβγαινε από                 νόταν το σώσε. Γκρίνιες, φωνές, γέ-
                                                                     χρυσά μας αυτοκόλλητα και εκεί γι-
               την γειτονιά. Εγώ είχα τακιμιάσει πιο
                                                                     λια, κλάματα... όλα τα είχαμε γιατί τα
               πολύ με την ξαδέρφη μου την Ειρή-
               νη την μεγάλη, μαζί πηγαίναμε πάντα                   χρυσά ήταν πιο σπάνια. Ακόμα θυ-
               το Σάββατο στο περίπτερο και με το                    μάμαι τον Δημητράκη, που ήταν πιο

               χαρτζιλίκι μας παίρναμε το περιοδι-                   μεγάλος από εμάς αλλά έπαιζε μαζί
               κό της εποχής που μας ενδιέφερε                       μας, να μου κερδίζει 3-4 χρυσά αλλά

               και γυρνάγαμε, αράζαμε κάτω στο                       μόλις με είδε βουρκωμένο έτρεξε
               πεζούλι της γειτονιάς και το ξεφυλλί-                 να μου τα δώσει πίσω λέγοντας μου
               ζαμε, διαβάζοντας με τις ώρες. Μετά                   «έλα μικρέ δεν πειράζει πάρτα και θα                       41

               βρίσκαμε τους υπόλοιπους και ξε-                      παίξουμε  κι  άλλη  φορά».  Ήταν  ένα
               κινάγαμε ανά ζευγάρια τα Υπερατού                     από τα παλικάρια που όντως φαντά-

               και δώστου κάρτες στο πεζοδρόμιο                      ρος αργότερα είχε σώσει αρκετούς
               και δώστου πλάκες και γέλια. Η ώρα                    ανθρώπους στο ναυάγιο του Σάμινα

               πέρναγε και δεν το καταλαβαίναμε,                     και επίσης ήταν κι αδερφός ενός από
               πραγματικά δεν μας έφτανε. Πολλές                     τους καλύτερους φίλους μου τότε.
               φορές σήμερα ακούω την κόρη μου                       Για πότε κόντευε το μεσημέρι δεν το

               με τους φίλους της να μας λένε, «μη                   καταλαβαίναμε... απλά ακούγαμε τις
               φύγουμε ακόμα, πέντε λεπτά μόνο»                      μανάδες μας στα μπαλκόνια να κά-

               και γελάω στη σκέψη πως δεν φτά-                      νουν αυτή την αιώνια συζήτηση για το
               νει και σε εκείνα ο χρόνος... γιατί όσα               τι θα φάμε το μεσημέρι, τι έχει φτιάξει
               χρόνια κι αν περάσουν, ποτέ ο χρό-                    η καθεμιά τους, αν προλάβαιναν για-

               νος δεν θα φτάνει σε ένα παιδί που                    τί είχε περάσει η ώρα κλπ. Και μόλις
               θέλει να παίξει και να διασκεδάσει.                   η ώρα πήγαινε 1-2 θα σας γελάσω,

               Μετά ξεκινάγαμε την αιώνια κόντρα                     η πρώτη μαχαιριά της ημέρας έρχο-
               με τα χαρτάκια Panini, ναι αυτά τα                    νταν από τις γάργαρες φωνές τους

               ποδοσφαιρικά. Ξεχωρίζαμε τα δι-                       «παιδιά ελάτε για φαΐ, το απόγευμα
               πλά μας, στεκόμασταν σε παράταξη                      πάλι». Ρε φίλε λες και με κάποια

               ο ένας δίπλα στον άλλον, χτυπάγα-                     καρμική ένωση ήταν όλες συνεννο-
               με ένα-ένα  αυτοκόλλητο από  πίσω                     ημένες και έβγαιναν στα μπαλκόνια
   36   37   38   39   40   41   42   43   44   45   46