Page 45 - mag_92
P. 45

της Γλυκερίας Παυλίδου











               το δρόμο. Παραπαίει σα μικρό κα-                      σουν τα κείμενα. Θα μένουν όλα λίγο
               ντηλάκι. Ώρες ώρες σβήνει εντελώς.                    αμήχανα σαν απορημένα παιδιά. Για-

               Ίσως κάποτε γίνει μια τρανή φωτιά.                    τί πρέπει να κοιτάνε. Πρέπει να μπο-

               Όμως τώρα ταξιδεύω, δε θέλω...                        ρούν να κοιτάνε.

               Αυτό το ωραίο φθινόπωρο τα εγκα-                      Αυτό το φθινόπωρο η πόλη είναι αλ-
               τέλειψα όλα. Θησαυρούς μαζεμένους                     λιώτικη. Κάτι υπόσχεται τα δειλινά το

               με κόπο, τους σκόρπισα. Κράτησα                       αεράκι αλλά τι είναι; Σταθείτε, στα-
               μόνο το βλέμμα. Ίσως γιατί τα μάτια                   θείτε και μη βιάζεστε να μάθετε. Αν
               ξέρουν να κλείνουν μόνα τους τις πιο                  φύγετε θα ξαναγυρίσετε. Αν προσπε-

               ωραίες στιγμές.                                       ράσετε, θα κρατηθείτε, ανύποπτοι στα

               Αυτό το φθινόπωρο κοίταξα τα ρούχα                    δίχτυα του. Πού πάτε; Πού νομίζετε
                                                                     ότι μπορείτε να πάτε;
               μου και είδα ότι δε μου κάνουν. Όμως

               για πρώτη φορά πρόσεξα το ύφασμά                      Αυτό το φθινόπωρο η νύχτα και η
               τους. Είδα μέσα από τις κλωστές τα                    μέρα, η άσφαλτος και τα πλακάκια, το
               φυτά της Αιγύπτου που βγάλανε τις                     πράσινο (που το πατάμε πια) το μπλε

               πρώτες ίνες του κόσμου. Ταξίδεψα                      (που το 'χουμε καταπατήσει) τα χρή-                        45
               νοερά στα ποτάμια και τα πόδια μου                    ματα και οι μπογιές, τα ξύλα, το γυαλί

               γέμισαν λάσπη.                                        και τσιμέντο, τα περίπτερα και οι βι-
                                                                     τρίνες, οι λακούβες, τα δενδρύλλια,
               Αυτό το φθινόπωρο η πραγματικότη-                     τα πρωινά καταβρέγματα, οι μικρές
               τα δεν κατάφερε να με βρει. Τόσο μου                  μπόρες, ο ακούραστος ήλιος, οι λα-
               έλειψε που την ονειρεύομαι. Ξυπνάω                    μπερές λαμαρίνες των αυτοκινήτων,

               και τυλίγομαι στα όνειρα. Δεν έχει                    οι τροχοί τους που σε μεταφέρουν
               τρέξει ούτε σταγόνα αίμα πάνω στην                    μαγικά, οι κινητήρες τους που κατα-
               πόλη που με φιλάει. Δεν έχει ακου-                    πίνουν βενζίνη, οι αίθουσες του σινε-

               στεί ούτε μια κραυγή. Βουβά αναβο-                    μά, οι είσοδοι των αιθουσών, οι στοές,
               σβήνουν τα φώτα, κυλούν οι δρόμοι,                    οι φωτεινές επιγραφές, το χαμόγελο

               περπατούν οι άνθρωποι κι ο πόνος εί-                  που έχουν οι κούκλες στις βιτρίνες,
               ναι σα γλυκό λικέρ που χωρίς φωνή                     όλα, όλα κάτι υπόσχονται.
               χτυπά τις φλέβες.
                                                                     Η υπόσχεση δεν έχει τίποτα πέρα από
               Αυτό το φθινόπωρο έχω μόνο δάχτυ-                     τον εαυτό της. Θέλω αυτή να κρατήσω
               λα και καθώς ανοίγουν κατάπληκτα,                     μόνο, αλλά είναι σαν το αεράκι που τη
               πέφτει και το μολύβι που κρατούν και                  φέρνει και ολοένα ξεγλιστρά.

               χάνεται. Μένει εδώ λευκό κενό στο
               χαρτί, το κείμενο δεν ολοκληρώνεται.

               Αυτό το φθινόπωρο δε θα τελειώ-
   40   41   42   43   44   45   46   47   48   49   50