Page 86 - mag_120
P. 86
micro STORIES
Photo by Matthew Henry from Burst
Όταν
Μας Βρίσκει Το Φως
Η άνοιξη είχε έρθει πάλι. ξύλο της παλιάς πολυθρόνας, σαν
Από τον ουρανό το φως απλωνόταν να χάιδευε ένα σώμα ζωντανό. Δεν
πάνω σε πέτρες, δέντρα και παρατη- ήταν μια απλή καρέκλα· ήταν ένα
μένα έπιπλα, χαϊδεύοντας πρόσωπα ημερολόγιο χωρίς λέξεις. Εκεί είχε
που είχαν ξεχάσει πώς είναι να χα- αγκαλιάσει το μωρό της, είχε δια-
μογελούν χωρίς βάρος. βάσει γράμματα αγάπης, είχε δεχτεί
Το φως δεν κάνει διακρίσεις· λούζει το πρώτο χάδι του Αλέξανδρου, το
τον κόσμο, είτε κουβαλά χαρά, είτε πρώτο εκείνο άγγιγμα που κάνει τον
πληγές. κόσμο να αλλάζει για πάντα.
86
Στον παλιό κήπο, οι μανόλιες φο- Η Όλγα, δίπλα της, καθόταν με την
ρούσαν τα λευκά τους άνθη. Σαν πλάτη γερμένη εμπρός, σαν να προ-
μικρά κομμάτια ουρανού που ξέ- σπαθούσε να σηκώσει το βάρος
χασαν να γίνουν σύννεφα. Οι ρίζες όλων όσων είχε ζήσει. Τα χέρια της
τους κρατούσαν μυστικά δεκαετιών ακίνητα, τα μάτια της καρφωμένα
και τα κλαδιά τους άπλωναν σκιές στη γη. Η σιωπή ανάμεσά τους, πυ-
πάνω σε δυο γυναίκες. Η Μαρίκα κνή, γεμάτη νοήματα που δεν χρεια-
και η Όλγα. ζόταν να ειπωθούν.
Δύο γυναίκες, δύο εποχές, δύο δι- Η Μαρίκα μίλησε πρώτη:
αφορετικοί δρόμοι που διασταυρώ- «Μυρίζεις τον αέρα, Όλγα; Έχει άρω-
θηκαν τυχαία. μα φρέσκιας γης, καινούριου ήλιου.
Η Μαρίκα -μια γυναίκα που πλησία- Έτσι μυρίζει η αναγέννηση.»
ζε τα εβδομήντα- είχε γνωρίσει την Η Όλγα πήρε μια βαθιά ανάσα, αφή-
πληρότητα, αλλά και την απώλεια. νοντας την ανάμνηση του καπνού
Η άλλη -η Όλγα- ήταν νέα, γύρω και της στάχτης να ξεθωριάσει, έστω
στα τριάντα, μα με ψυχή ραγισμένη για λίγο.
από τη φρίκη ενός πολέμου που της «Δεν μπορώ να νιώσω αυτό που
έκλεψε τα πάντα. νιώθεις εσύ. Έχω ξεχάσει πως είναι
Η Μαρίκα χάιδευε το φθαρμένο να μην φοβάσαι.»