Page 55 - mag_81
P. 55
της Κατερίνας Παναγιωτοπούλου
Όταν άνοιξα τα μάτια μου, ήμουν ξα- ταγες ουδέτερη στάση και περίμενες ν’
πλωμένη στο κρεβάτι και κοίταζα το αποφασίσω μόνη μου αλλά με πίεζες
νταβάνι, σαν τον ασθενή που είναι κα- με το βλέμμα. «Να δοκιμάσω;» σε ρώ- 55
θηλωμένος ανάσκελα και το μόνο που ταγα και σήκωνες τους ώμους. «Εσύ
υπάρχει περίπτωση να τον απασχολεί ξέρεις» έλεγες τάχα αδιάφορα κι εγώ,
είναι μήπως το νταβάνι πέσει στο κε- από αντίδραση καταμεσής στη Μεγάλη
φάλι του. Κοιμόμουν και με ξύπνησες. Εβδομάδα, αποφάσιζα αμέσως να φάω
Στοιχηματίζω ότι πριν από αυτό έμεινες το κόκκινο αυγό ή το κουλουράκι. Και
αρκετή ώρα κοντά μου, να με παρατη- πάλι δεν έκανες τίποτα, μόνο ψιθύριζες
ρείς, προσπαθώντας να καταλάβεις αν «Εσύ αποφασίζεις» και με ανάγκαζες
έχω συνείδηση της παρουσίας σου. Εί- να προσπαθώ να δικαιολογηθώ. «Προ-
πες ότι με περίμενες και δεν ήρθα. Δεν χώρα, έμεινες πίσω, αυτά πάλιωσαν»
μίλησα. έλεγα όταν μεγάλωσα, για να σώσω την
«Ποτέ δεν έλειψες τέτοιες μέρες» συνέ- αξιοπρέπειά μου και να νιώσω καλύτε-
χισες. ρα μέχρι να το ξεχάσω και να φάω το
δεύτερο, το τρίτο και δεν θυμάμαι σε
«Δεν είδες τι γίνεται;» μουρμούρισα τρί-
βοντας τα μάτια μου. ποιο σταματούσε αυτή η «αμαρτία» και
αν σταματούσε ποτέ. Δεν ήταν άλλωστε
«Έπρεπε να το αψηφήσεις, η καρδιά δυνατόν αφού κάθε χρόνο μαζί πλάθα-
δεν έχει σταματημό. Αν σταματήσει θα με και φουρνίζαμε τα κουλουράκια ή
πεθάνει» επέμεινες. βάφαμε κόκκινα τα αυγά. Ύστερα εγώ
Το πάλευες. Αυτό έκανες πάντα. Κρά- τα λάδωνα και τα στόλιζα στο κόκκινο