Page 57 - mag_81
P. 57
της Κατερίνας Παναγιωτοπούλου
κι εγώ δεν θ’ αγωνιούσα πως θα επέ- νατότητα να καθυστερήσουν το ρυθμό
στρεφες στο σπίτι, με τα πόδια, μόνη τέ- της ροής τους. Κανείς μας δεν είχε την
τοια ώρα. Κρατούσε το κερί της –είμαι εξουσία πάνω στο χρόνο ώστε μέσα σ’
σίγουρη πως ήτανε λευκό ακόμα– και αυτές τις άδειες ώρες της αναμονής
στηριζόταν στα κάγκελα· σημαντικά ψύ- να μεταποιήσει τα όνειρά του. Μπο-
χραιμη για να μπορεί να το κρατάει χω- ρεί η κούραση της προσμονής να είχε
ρίς να τρέμουν τα χέρια της ούτε να στά- εξατμίσει τις προσδοκίες μας. Ίσως η
ζει στα δάχτυλά της και αρκετά ζωντανή απογοήτευση, που αντανακλούσαν οι
ώστε να μην φαίνεται κίτρινη, ακόμα. αποτυχίες, να μας έκανε ν’ αντιλαμβα- 57
Ζήλεψα τα χέρια της, ζεστά ακόμα από νόμαστε την πραγματικότητα εναγώνια,
το πλέξιμο ή το κέντημα, το ράψιμο ή το μέσα από μία επαναλαμβανόμενη ενη-
μαντάρισμα στις κάλτσες του συντρό- μέρωση θανάτου, κάθε απόγευμα στις
φου της, που κληρονόμησε και εξακο- έξι. Όση ζωή μας είχε απομείνει κατα-
λουθούσε να περιποιείται τόσα χρόνια στάλαζε στο στομάχι μας σαν τον φόβο
μετά τον θάνατό του. Λες και εκείνος θα της ναυτίας μετά την Αγία Μετάληψη·
συνέχιζε να τις φοράει όσο η σκέψη της σαν κίτρινη βροντερή απειλή, που δεν
θα τον ανακαλούσε μέσα από τις κοινές θα έφερνε ποτέ βροχή.
τους αναμνήσεις. Ζήλεψα τις φλέβες
της, που είχαν ακόμα αίμα, σαν να τις «Το χάος είναι γύρω μας» είπες. Δεν
ένιωθα να φουσκώνουν, μεταφέροντας σου έδωσα σημασία· μόνο έτσι θα
πληροφορίες ευχαρίστησης από την έφευγες για πάντα. Μου γύρισες την
καρδιά της. πλάτη και άρχισες να σβήνεις μέσα στο
φως τού ανοιξιάτικου ήλιου.
Για λίγες στιγμές ένοιωσα να συμμε-
τέχω στην αμίλητη αναμονή μιας πο- «Στο χάος δεν υπάρχει ελπίδα. Η τακτο-
θούμενης Ανάστασης. Ανέπνεα τους ποίηση φέρνει την ελπίδα και η ελπίδα
καπνούς των συνταξιούχων τής ζωής, τη συνέχεια» σου φώναξα πριν χαθείς
που περνούσαν απέναντι χωρίς τη δυ- από τα μάτια μου.