Page 74 - mag_32
P. 74
ιστοριΕσ του χΕιμωνα
Οι ώρες πέρασαν, ο μα- ταξίδευε, όχι μόνο δεν τόσο κουρασμένη και
νάβης ξεπούλησε και θα έμπαινε στις κατσα- λυπημένη που η φωνή
έκλεισε να πάει και αυ- ρόλες των καλύτερων της δεν έβγαινε. Εκεί
τός στο σπίτι του χρο- μαγείρων, μα θα κατέ- μέσα στο σκοτεινό σα-
νιάρα μέρα. Οι δρόμοι ληγε στην χωματερή, κούλι την πήρε ο ύπνος.
άδειασαν και η Λίνα η να σαπίσει με τα άλλα Ξύπνησε κάτω από την
μπροκολίνα έμεινε σκο- σκουπίδια. βρύση με το καθαρό
νισμένη, ξεχασμένη και O οδοκαθαριστής ήταν νερό να την ξεπλένει
μόνη κάτω από τον πά- ένας λιγνός γεράκος, με από την σκόνη του πε-
γκο. Τα φύλλα της άρχι- άσπρα γένια και άσπρα ζοδρομίου. Το σγουρό
σαν να στρίβουν και το μαλλιά να πετάνε μέσα κεφάλι και τα φύλλα
φουντωτό κεφάλι της από τον μάλλινο σκού- της ζωντάνεψαν. Κοί-
να μαδάει. Μια γάτα την φο του και φόραγε ένα ταξε τριγύρω. Το δίχως
πλησίασε, την μύρισε κόκκινο γιλέκο πάνω άλλο βρισκόταν σε μια
μα έφυγε απογοητευ- από το φθαρμένο πα- κουζίνα. Δίπλα της στέ-
μένη. Είχε αρχίσει και
74 μια δυνατή βροχή και νωφόρι του. Πλησία- γνωναν τρεις πατάτες,
τα νερά που ξέπλεναν σε το κλειστό μανάβι- παραδίπλα στο τραπέζι,
κο, έσκυψε κάτω από
δίπλα στο λάδι και τα
τα πεζοδρόμια κατέλη- τον πάγκο και τράβηξε τσουπωτά λεμόνια, μια
γαν πάνω της. Από μα- την Λίνα την μπροκολί- λαχταριστή Χριστου-
κριά ακούστηκε ο ήχος να. Δεν την έριξε όμως γεννιάτικη κουλούρα
που έκαναν το καρότσι, στην μαύρη πλαστική που μοσχοβόλαγε και
η σκούπα και το φαρά- σακούλα του καροτσιού στην φωτιά χόχλαζε το
σι του οδοκαθαριστή του μα σε μια άλλη, νερό.
Έγειρε τα φύλλα και το υφασμάτινη, που κρε- Ο μπάρμπα-Βασίλης, ο
κεφάλι της και τα δά- μόταν στο πλάι έξω από
κρυα της κύλησαν και το καρότσι. Ήταν πολύ
ενώθηκαν με τα βρο- σκοτεινά εκεί μέσα και
μόνερα του πεζοδρο- η Λίνα η μπροκολίνα
μίου. Τώρα ένοιωθε δεν έβλεπε τίποτα, κα-
μοναξιά και φόβο και η ταλάβαινε όμως πως
ανακούφιση που ένοι- εκεί μέσα στο υφασμά-
ωσε όταν κύλησε κάτω τινο σακούλι δεν ήταν
από τον πάγκο, έγινε μόνη. Ήθελε να ρωτή-
απογοήτευση που όχι σει: «Εεε είναι κανείς
μόνο τον κόσμο δεν θα άλλος εδώ;» μα ήταν