Page 46 - mag_46
P. 46
ΜIKΡΕσ ΙσΤΟΡΙΕσ Ο Δράκος
«ΕγώΤρώωΕσύΞεχνάς»
χειμωνιάτικη ηλιόλουστη εκείνη μέρα, στην μικρή όμορφη
πολιτεία, έμοιαζε με όλες τις άλλες.
Μόλις ο ήλιος ξεπρόβαλε από το βουνό η κυρά-κουκουβάγια που είχε τε-
λειώσει τη νυχτερινή βόλτα της τρύπωσε στη σχισμή του βράχου, εκεί που
είχε το σπίτι της, για να πάρει έναν υπνάκο.
Η σουσουράδα με την κίτρινη ουρά, η Κιτρινιώ ετοιμάστηκε να βγει σεργιάνι
να μάθει τα νέα του κόσμου.
Οι γεωργοί ξεκίνησαν για να φροντίσουν τα χωράφια τους, οι βοσκοί για τις
στάνες τους και οι υπάλληλοί για τις δουλειές και τα γραφεία τους. Ο φούρ-
ναρης ξεφούρνισε τα μοσχομυριστά ψωμιά του και τα αφράτα κουλούρια.
Ο μανάβης καμάρωσε τα φρεσκοκομμένα λαχανικά του και ο ζαχαροπλά-
στης γέμισε τις βιτρίνες του μαγαζιού του λαχταριστά γλυκά.
Η γιατρός φόρεσε την λευκή ρόμπα της και τα ακουστικά της και ξεκίνησε
46
για το ιατρείο της, ενώ ο φαρμακοποιός έφτιαχνε στο γυάλινο γουδάκι του
μια αλοιφή για τις χιονίστρες. Τα παιδιά αγουροξυπνημένα πήραν το δρόμο
για το σχολείο και οι νοικοκυρές άνοιξαν τα παράθυρα των σπιτιών τους να
τα αερίσουν και να καλοδεχτούν την καινούργια μέρα.
Οι παππούδες παράγγελλαν στο καφενείο καφέ με μπόλικο καϊμάκι και
λουκούμι τριαντάφυλλο και άρχισαν γύρω από τη σόμπα να θυμούνται και
να διηγούνται παλιές ιστορίες.
Οι γιαγιάδες, άλλες έπλεκαν χρωματιστά σκουφιά, κάλτσες και χνουδωτά
πουλόβερ και άλλες με τη λουλουδάτη ποδιά τους στη μέση ετοίμαζαν λο-
γής- λογής λιχουδιές για τα παιδιά και τα εγγόνια τους.
Κανείς δεν έδωσε σημασία στο παράξενο σύννεφο που φάνηκε στον ουρανό
και πήγε και κρύφτηκε στο βουνό, πίσω από τα δέντρα του δάσους.
Κανείς παρά μόνο η σουσουράδα, που, έτρεξε λαχανιασμένη σε μια παρέα
από καρακάξες, που μαλώνανε ποια θα πάρει ένα γυαλιστερό κουμπί που
βρήκαν σε μια αυλή, να τις ρωτήσει αν είδαν και αυτές το παράξενο σύννεφο.
«Μπα τίποτα δεν είδαμε. Άλλωστε χειμώνας είναι σύννεφα σουλατσάρουν
στον ουρανό!»
«Μα δεν μπορεί! Κοτζάμ σύννεφο και δεν το είδατε; Είχε και περίεργο σχή-
μα αυτό το σύννεφο έμοιαζε με δράκο!» είπε η σουσουράδα.
«Ναι και ξωπίσω έρχεται ένα που μοιάζει με μάγισσα πάνω σε σκουπόξυ-
λο!» την κορόιδεψαν οι καρακάξες.