Page 65 - mag_52
P. 65

του Σπύρου Διαμάντη











               κάτι που δεν έμοιαζε πλέον με φαγητό                  υπνοδωμάτιο. Ανασήκωσε το κεφάλι του
               και μύριζε ενοχλητικά. Στην άλλη γωνία                ενώ το ένα του χέρι εξακολουθούσε να
               καθόταν  το  ξέστρωτο  ράντζο.  Παρατήρησε            ακουμπάει σαν στήριγμα στο πάτωμα. Μια
               ότι το δωμάτιο ήταν περίεγα άδειο. Σαν                γνώριμη μορφή ήταν ξαπλωμένη στο διπλό

               ξεχασμένο. Φώναξε άλλη μια φορά αν ο                  κρεβάτι. Άρχισε να τρέμει. Τα μάτια του τώρα
               οικοδεσπότης είναι μέσα. Τίποτα όμως. Η               ξεχύλισαν. Σύρθηκε απότομα καταπάνω
               ίδια ανησυχητική ησυχία. Έριξε μια κλεφτή             του. Άρχισε να τον σκουντάει. Τίποτα. Έγινε
               ματιά προς το μπάνιο, του οποίου η πόρτα              πιο βίαιο το σκούντημα μέχρι που τώρα τον
               ήταν ανοιχτή. Άδειο και αυτό. Το βλέμμα του           ταρακουνούσε βγάζοντας κραυγές. Μετά
               στάθηκε καρφωμένο στην ερμητικά κλειστή               από λίγο δεν έβγαιναν πλέον άλλες κραυγές.
               πόρτα του υπνοδωματίου. Η καρδιά του, του             Σταμάτησε να προσπαθεί και άφησε το
               απέδειξε ότι έχει δυνατότητες να σπάσει το            σώμα του να σωριαστεί στο πάτωμα δίπλα
               προηγούμενο ρεκόρ της. Πήρε  μια βαθιά                στο κρεβάτι. Μάλιστα έτσι όπως έπεσε,

               ανάσα και πλησίασε, υποδυόμενος τον                   κλώτσησε άθελά του το μαγκάλι. Δεν έδωσε
               αποφασισμένο. Έσπρωξε την πόρτα και                   καν σημασία. Έμεινε έτσι ξαπλωμένος
               τραβήχτηκε αμέσως δυο μέτρα πίσω. Σαν να              για  λίγο.  Ένιωθε  εξαντλημένος.  Μόλις
               μετάνιωσε με αυτή την κίνησή του. Περίμενε            οι δυνάμεις  του άρχισαν  να ανακτώνται
               λίγο να ηρεμήσει ξανά και συνέκλινε. Η                σηκώθηκε και βγήκε αμέσως έξω απ’την
               θολή εικόνα που έκλεψε η όρασή του από                κρεβατοκάμαρα.                                             65
               το γκρίζο υπνοδωμάτιο τον ανάγκασε να                 Τράβηξε τη μία από τις δύο καρέκλες και

               γονατίσει ακαριαία.                                   κάθισε. Αμέσως παρατήρησε το διπλωμένο
               Του κόπηκαν τα πόδια στην κυριολεξία.                 χαρτί που βρισκόταν κάτω από το ένα απ’ τα
               Ακούμπησε το ένα του χέρι στο πάτωμα και              δίδυμα  δοχεία. Έγραφε απ’  την εξωτερική
               με το άλλο έπιασε το κεφάλι του που ήταν              μεριά: «Για τον Στέργιο μου». Το πήρε
               έτοιμο να εκραγεί. Σύρθηκε λίγο πιο μπροστά           στα χέρια του και αφού έβγαλε από την
               κοιτάζοντας το σκονισμένο ξύλινο πάτωμα.              εσωτερική τσέπη του μπουφάν του τα γυαλιά
               Με αυτόν τον τρόπο συνέχισε να πλησιάζει              του, ξεκίνησε να διαβάζει.

               μέχρι που βρέθηκε ολόκληρος μέσα στο


                 ❝        Λένε ότι όταν σου συμβεί κάτι που δε σ’αρέσει, και δεν το
                          αντέχεις δε σημαίνει ότι πρέπει να αγνοείς και την ύπαρξή

                          του. Έτσι δεν είναι Στέργιό μου; Αν κάνεις λοιπόν πως δεν
                          υπάρχει, απλά το θάβεις κάπου μέσα σου. Ζει αποθηκευμένο

                          σε κάποιο συρτάρι του μυαλού σου. Αλλά τρέφεται το πούστικο.
                          Τρέφεται από τις ίδιες τις χαρές σου. Τρέφεται διπλά από τις

                          λύπες σου... Κάποια στιγμή λοιπόν, θα πάψει να χωράει στο
                          συρτάρι που το κρατάς κλειδωμένο και τότε... θα γίνει το

                          μπαμ...

                          Εγώ σήμερα αποδέχτηκα ότι δεν θα ξαναείναι ποτέ εδώ η
   60   61   62   63   64   65   66   67   68   69   70