Page 83 - Magazine 87
P. 83
του Σπύρου Διαμάντη
έχεις το παραπανίσιο αλκοόλ στο αίμα. «Εσείς θέλω να με θέλετε κύριε»!
Όταν έφτασε στο σημείο του νεκροτα- «Νικ σε αγαπάει, σε είπε γιο της»! Ο Νικ
φείου των σκύλων του, παρατήρησε σάστησε και χαμήλωσε την ένταση της
μια ανθρώπινη φιγούρα να ταλαντεύ- φωνής του. «Έσείς θέλω να με αγαπάτε
εται. Είχε μαντέψει σωστά. Ήταν ο Νικ κύριε Φονς. Εσείς θέλω να με λέτε γιος
πεσμένος στο έδαφος με τα γόνατα και σας».
έσκαβε με γυμνά χέρια, πετώντας χώμα «Σε παρακαλώ Νικ, πάμε». Δεν έδω-
γύρω του. «Νικ»! Φώναξε καθώς τον σε καθόλου σημασία στα τελευταία λό-
πλησίαζε λαχανιασμένος αρκετά. Ο Νικ για του κυρίου Φονς. Έπεσε στα γόνατα
δε σταμάτησε. Συνέχιζε ψιθύριζοντας και ξεκίνησε να σκάβει ξανά παραλη-
ασύνδετες λέξεις. «Νικ. Τι κάνεις»; Ο ρώντας. «Έμένα εδώ θα είναι τώρα το
Άλεκ τον τράβηξε από τον ώμο. Ευτυ- σπίτι μου». Ο Άλεκ προσπάθησε να τον
χώς ο Νικ δεν είχε σκάψει τόσο βαθιά. ξανασηκώσει, αλλά εκείνος γύρισε και
«Νικ, σου μιλάω. Κοίταξε με! Θες να με τον έσπρωξε με δύναμη ρίχνοντας τον
καταστρέψεις; Τι κάνεις εδώ; Τι είπαμε στο έδαφος. Ήταν η πρώτη φορά που ο
γι αυτό το μέρος»; Νικ επιτέθηκε στον Φονς. Μόλις κατά-
«Ήρθα να ελέγξω τα σκυλιά κύριε Φονς. λαβε τι έκανε, ορθώθηκε αμέσως και 83
Να δω αν είναι καλά». Το βλέμμα του τον τράβηξε να σταθεί ξανά στα πόδια
Νικ ήταν χαμένο. «Καλά είναι τα σκυλιά του. «Συγνώμη κύριε». Τα μάτια του
Νικ. Γιατί σκάβεις; Πάμε». έτρεμαν. Έκανε κίνηση να τον αγκαλιά-
«Όχι κύριε Φονς. Πρέπει να απομακρύ- σει για πρώτη φορά, μα ο Άλεκ τραβή-
νω επιτέλους αυτόν τον αγριάνθρωπο χτηκε ενοχλημένος. «Έλα πάμε. Το πα-
από κοντά τους. Μπορεί να τους κάνει ράκανες. Τελείωσε! Πάμε στο σπίτι». Ο
κακό. Θα τον βγάλω από εδώ. Θα τον Νικ απομακρύνθηκε ξανά και άρπαξε
σκοτώσω και εγώ. Μια φορά δεν αρκεί τον σάκο που ήταν παρατημένος λίγο
γι αυτόν. Θα τον σκοτώσω και εγώ κύ- παραπέρα μαζί με τη βαλίτσα. Ξέσφιξε
ριε Φονς όπως εσείς»! το λουρί και τον αναποδογύρισε αδειά-
«Σε παρακαλώ Νικ, μη φωνάζεις. Πάμε ζοντας το περιεχόμενο. Τα τρόφιμα, τα
να φύγουμε». χρήματα και το μαχαιροπίρουνο, έπε-
«Θα τον βγάλω και θα του απαντή- σαν στο ανακατεμένο χώμα. «Αυτήν την
σω: ‘‘Είσαι ο πιο κακός άνθρωπος από τσάντα μου δώσατε για σπίτι κύριε. Ορί-
οποιονδήποτε έχω γνωρίσει’’!! Αυτό θα στε, αυτά χωραέι μόνο το σπίτι μου! Όχι
του πω κύριε Φονς»! Ο Άλεκ τον τρά- εμένα». Μαζί με τα λόγια αυτά, πήρε το
βηξε κοντά του και τον ταρακούνησε. πιρούνι στο ένα χέρι, το μαχαίρι στο άλλο
«Σύνελθε Νικ! Πάμε σπίτι. Η Ρίτα ήθελε και ξεκίνησε να σκάβει με μανία. Ο Άλεκ
να ψάξει να σε βρει. Σε θέλει πίσω στο έσκυψε και τον άρπαξε από το σβέρκο
σπίτι». με το χοντρό χέρι του, όπως γραπώνουν