Page 61 - mag_60
P. 61
του Κωστή A. Μακρή
Μου αρέσουν οι αλλαγές των εποχών. έτσι και τις βλέπεις πίσω από πορ-
Από παιδί μου άρεσαν. τοκαλοκίτρινα κτίρια φωτισμένα την
Δεν ξέρω πώς έγινε αυτό. ώρα του δειλινού, είναι εικόνες που
Θυμάμαι όμως κάτι επισκέψεις σε θερινά σου ‘ρχεται να κλαις από χαρά που
σινεμά, με πέδιλα και κοντό παντελόνι, έχεις μάτια και βλέπεις έναν τόσο συ-
όταν η ψύχρα των τελευταίων ημερών γκινητικό συνδυασμό χρωμάτων που
του καλοκαιριού, ίσως και των πρώτων σημαίνει ζεστά ρούχα και χουχού-
του φθινοπώρου, μου δρόσιζαν τα δά- λιασμα, αν έχεις σπίτι κι ανθρώπους
χτυλα των ποδιών, τα γόνατα, τα χέρια κοντά σου. Αλλά και μέσα από τέτοια
και υπήρχε και κάποια μπλούζα που κά- χρώματα, σκέφτεσαι και τους άλλους,
ποιος μεγάλος μου την έριχνε στην πλά- που δεν έχουν την τύχη τη δική σου.
τη για να «μην αρπάξω καμιά πούντα». Σε όραση, σπίτι, δικούς… Και μετά,
Παιδί του Σεπτεμβρίου είμαι και ίσως πάλι ξεχνιέσαι και με τον εαυτό σου
αυτό να με έκανε να συμπαθώ έναν ζεις κυρίως και με τους πολύ κοντι-
μήνα που για άλλους σημαίνει το τέλος νούς, τι να λέμε τώρα…
των διακοπών και άλλους να πιστεύουν Αλλά και ο ερχομός του Χειμώνα μου 61
ότι με την «πρώτη σταγόνα της βροχής» άρεσε, που τα τζάμια χνωτίζονται εύ-
―τάχα μου!― σκοτώνεται το καλο- κολα και έτσι και γλείψεις ένα χνω-
καίρι και αρχίζουν τα σχολεία και ξανά τισμένο τζάμι σού μένει μια παράξε-
στη δουλειά και ποιος χέστηκε που τε- νη γεύση δικού σου αναψυκτικού στη
λειώνουν οι διακοπές σου! Λες και σου γλώσσα και είναι πολύ ωραίο αυτό
χρωστάει το σύμπαν δια βίου άδεια μετ’ αρκεί να μη σε βλέπει κανένας γιατί
αποδοχών! δεν ξέρεις τι θα σκεφτεί και μπορεί
Για μένα, οι πρώτες σταγόνες της βρο- να σε πει και μουρλό που γλείφεις τα
χής έβγαζαν και βγάζουν απερίγραπτες τζάμια ή σιχαμένο, όπως όταν βγάζεις
μυρωδιές από το χώμα, τα ξερά χόρτα, μύξα με το δάχτυλο και δεν έχεις μα-
τα πεύκα και τα σκυλιά. Μερικοί λένε ντίλι και την κολλάς όπου βρεις, σε
«βρομάει σαν βρεγμένος σκύλος». Τα δέντρο, κάτω από το θρανίο, όλα αυτά
σκυλιά όμως εμένα ποτέ δεν μου βρό- όσο είσαι παιδί και το κρύβεις από τον
μαγαν. Μύριζαν ίσως κάπως παράξενα, εαυτό σου αλλά και μεγάλος όλο και
μερικές φορές, αλλά πάντα σκυλιά ήταν θα τύχει να κολλήσεις κάπου τη μύξα
με ουρές φλύαρες και τόσο εκφραστικές σου όταν δεν έχεις χαρτομάντιλο αρ-
και κάτι γλωσσάρες νααα να σου δεί- κεί και πάλι να μη σε βλέπει κανένας
χνουν τη σαλιωμένη τους αγάπη. Και και κυρίως η καλή σου ή ο καλός σου
μετά είναι κι εκείνες οι συννεφιές που εκτός κι αν γνωριζόσαστε από παιδιά