Page 59 - mag_71
P. 59

της Αλεξάνδρας Πιπλικάτση











               «Αυτός είναι ένας μικρός βόας,                        ωμα για την ποσότητα και την ποι-

               κύριέ μου. Ενδιαφέρεστε να έχετε                      ότητα της τροφής, την κατάλληλη
               για κατοικίδιο ερπετό;» Δεν ήξε-                      θερμοκρασία, την καθαριότητα

               ρε την απάντηση. Ήξερε μόνο ότι                       κι ένα τερράριο. Προίκα μωρού

               είχε μαγνητιστεί. Τα μάτια του δεν                    βόα.
               ξεκολλούσαν από πάνω του. Ήταν                        Στο σπίτι, κόλλησε στο ψυγείο το

               τυλιγμένο σ’ ένα κλαδί, μέσα σ’                       μεγάλο σημείωμα. Καθάρισε τη

               ένα μικρό τερράριο.                                   γωνία δίπλα στον καναπέ, στο σα-
               Τη θυμήθηκε. Έτσι κι εκείνη. Τυλι-                    λόνι, για να τοποθετήσει το τερ-

               γόταν στο κορμί του και παρέμενε                      ράριο. Η σκόνη σύννεφο. Μέτρη-

               σιωπηλή. Ακόμα και την ώρα που                        σε τις μέρες, τους μήνες που την
               κοιμόταν. Καλλίγραμμη αγκαλιά.                        είχε αφήσει να πολλαπλασιαστεί

               Της έμοιαζε.                                          και να καθίσει σ’ όλο του το σπί-

               «Ξέρετε, τώρα είναι μικρό. Σχε-                       τι. Ξεσκόνισε παντού. Σκούπισε,
               δόν τριών χρονών και μερικών                          σφουγγάρισε και πέρασε με απορ-                            59

               εκατοστών. Οι βόες ζουν αρκετά                        ρυπαντικό όλα τα έπιπλα. Μάζεψε

               χρόνια, κύριε, και μεγαλώνουν                         και τ’ άπλυτα. Έβαλε πλυντήρια. Το
               μέχρι  και  πέντε  μέτρα.»  Αρκετά                    ένα μετά τ’ άλλο. Έπλυνε τα πιάτα

               χρόνια;                                               και καθώς έκανε όλα αυτά έριχνε

               Εκείνη είχε φύγει. Μ’ ένα σύρσι-                      βλέμματα στο μικρό βόα.
               μο. Τώρα είχε μείνει μόνος, χω-                       «Τώρα, τώρα! Τελειώνω! Θα σε

               ρίς εκείνο το αγκάλιασμα που τον                      βάλω στη γωνία σου, μικρό μου.»

               έκανε ν’ ασφυκτιά. Ξερό. Ίσιο.                        Η νύχτα βρήκε το τερράριο στη
               Κάθε βράδυ στην ίδια θέση, να                         θέση που του είχε ορίσει για να

               περιμένει, ν’ αναζητεί. Αγκάλιασέ                     μπει. Έκλεισε το φως κι άναψε ένα

               με σφιχτά. Ξανά. Να εκλιπαρεί.                        μικρό πορτατίφ. Πήρε ένα μαξιλά-
               -Θα το πάρω.                                          ρι και ξάπλωσε μπροστά του. Ο

               -Όπως επιθυμείτε, κύριε. Πρέπει,                      μικρός βόας δεν κινήθηκε. Αγκά-

               όμως, να σας πληροφορήσω για                          λιαζε το κλαδί με κλειστά τα μά-
               τις ανάγκες και τη φροντίδα του.                      τια. Έκλεισε κι αυτός τα δικά του.

               Τον άφησε να μιλάει. Μετά από                         Ο ύπνος τον πήρε εκεί, κατάχαμα,

               λίγο βγήκε απ’ το μαγαζί με το μι-                    σε στάση εμβρύου.
               κρό βόα και μ’ ένα μεγάλο σημεί-                      Τήρησε τις  οδηγίες  με  ακρίβεια.
   54   55   56   57   58   59   60   61   62   63   64