Page 30 - mag_75
P. 30
iςΤοΡΙες ζωής
Αχ
μοδιστρούλα μου
Έκανε ζέστη του διαβόλου σε κείνη την παλιά τη
γειτονιά των αναμνήσεων και το πεντάλι από την
χρυσόμαυρή της μηχανή, τής τραγουδούσε με ένα
απαλό χουρχούρ χουρχούρ, τα καρουλάκια γύρι-
ζαν τροχαλιστά παράγοντας γαζιά σε χρώματα
αβέβαιου ουρανού και σχήματα ζιγκζαγκωτά κι
ονειροπόλικα, σαν σκάλες που ανεβαίνανε κλι-
μακωτά, σαν κύκλους που ατελείωτα κυκλώνα-
νε, μεγάλη εφεύρεση η ραπτομηχανή της μάρκας
30
Σίνγκερ, τραγουδούσε...
Άλλες μοδίστρες επιμένανε να ρά- ητο, και το μαντώ, και το παλτό, και
βουνε στο χέρι, εκείνη όμως είχε τα μανίκια τρουακάρ (ντεμί σαιζόν,
ασπαστεί την πρόοδο, την έκανε να μην σκάσουμε ανοιξιάτικα με το μα-
νιώθει πιο αυτόνομη, δούλευε μόνη κρύ μανίκι). Την τέχνη της την ήξερε,
της με ήχους που θυμίζανε το εργα- τα φιγουρίνια της τα γνώριζε και τα
λείο έκδοσης εισιτηρίων του εισπρά- τροποποιούσε, το σαπουνάκι για να
κτορα του τρόλλεϋ Κυψέλη-Παγκρά- φτιάχνονται οι γραμμές διακεκομμέ-
τι, κιτρινομουσταρδί αυτό το τρόλλεϋ νες, και το άγιο ψαλίδι της που έκοβε
και το ανέβαινε πρωί και βράδυ, από τον χρόνο στο μισό. Ήτανε νέα, και-
το σπίτι-προς το σπίτι, κάποια στιγμή ρό είχε μπροστά της να καμώνεται,
στο μέλλον θ’ άνοιγε δικό της ατε- τώρα θα έπρεπε να μάσει τα μυαλά
λιέ, δεν θα της έβγαινε ο πάτος μες της για να μπορεί, στο μέλλον της, να
στους δρόμους, χώρια τα εισιτήρια λιάζεται τις μέρες της ηλιόλουστα.
που κόστιζαν πανάκριβα. Γι’ αυτό Δούλευε με μεράκι κι αφοσίωση,
την ήθελε τη μηχανή τη Σίνγκερ, για- συναισθανόταν πως το ράψιμο εί-
τί καλό το φόρεμα να είναι χειροποί- ναι καλό για την ψυχή, την ωφελεί.