Page 79 - mag_79
P. 79

της Κατερίνας Παναγιωτοπούλου










               ν’ απαγκιάζει ανάμεσά τους και ελπίζω.                ιμάντας. Τον ακολουθώ με το βλέμμα.

               Εύχομαι όλο αυτό να είναι παιγνίδι του                Καταλήγει σε μια διάφανη κύστη, που

               μυαλού και συνεχίζω να το παίζω για                   αιωρείται πάνω από το τραπέζι. Το λευ-
               να μην φοβάμαι τον πόνο και να μπορώ                  κό φως διαθλάται πάνω της. Εστιάζω το

               να τον διαχειριστώ. Ο πόνος ξεκινάει                  βλέμμα μου στις ανταύγειες, το αφήνω
               από την αριστερή άνω σιαγώνα, μετα-                   να διεισδύσει στο πηχτό εσωτερικό της

               φέρεται αργά και βασανιστικά στο αυτί                 κι έχω την αίσθηση πως διακρίνω την
               και από εκεί στον κρόταφό μου. Αφού                   μπαλίτσα που παλεύει να βρει διέξοδο.

               καλύψει όλη την αριστερή πλευρά, δι-                  Αρπάζω ένα χειρουργικό λεπίδιο και

               αχέεται σε κάθε οστό του κρανίου μου                  διαρρηγνύω τον υμένα της κύστης. Ένα
               και το αναγκάζει να συμμετέχει σ’ αυτήν               κολλώδες άλικο υγρό ξεχειλίζει γύρω

               την οδυνηρή ιεροτελεστία μύησης.                      από το λευκό γλυπτό και το σπρώχνει

               Ανοίγω τα μάτια. Το βλέμμα και η σκέ-                 προς το μέρος μου. Παρασυρμένοι από

               ψη μου, συνεργοί πλέον, ψάχνουν για το                αυτό το πηχτό ποτάμι πλέουμε ώσπου,
               σκηνικό της παράστασης. Μπροστά μου                   περνώντας από το σπασμένο τζάμι ενός                       79

               ένα τραπέζι γεμάτο χειρουργικά εργα-                  παραθύρου, πέφτουμε στο κενό.
               λεία και ματωμένες γάζες. Πονάω. Ανοι-                Μένω στο έδαφος, σε στάση εμβρυακή.

               γοκλείνω τα μάτια και αντιλαμβάνομαι                  Αιμορραγώ. Το λευκό φως, που απλώ-

               πως είμαι μέρος του σκηνικού. Ο πόνος                 νεται γύρω μου, με τυφλώνει. Κλείνω
               σπρώχνει το βλέμμα μου ψηλά. Ένας                     τα μάτια. Το αίμα μου εξακολουθεί να

               τοίχος σκύβει πάνω από το κεφάλι μου.                 βάφει το χιόνι. Η λευκή μπαλίτσα ανα-
               Τα παράθυρά του εκπέμπουν ένα φως,                    σχηματίζεται και προσπαθεί να μου δώ-

               που με τυφλώνει. Κατεβάζω το βλέμ-                    σει το φιλί της ζωής. Νοιώθω την ανά-
               μα μου στο τραπέζι και ξεχωρίζω κάτι                  σα της, γλυκιά και ζεστή. Η καρδιά της

               λευκό να μεταμορφώνεται μεγαλώνο-                     χτυπάει πλάι στη δική μου. Τώρα, δεν

               ντας, να γίνεται ένας κοκάλινος όγκος,                πονάω. Μόνο ανησυχώ να μην τη χάσω
               να μορφοποιείται με εξογκώματα και                    πάλι και τη σφίγγω πάνω μου.

               να συγκρατεί στις εσοχές του αιμάτινες                Κάποιος μού ζητάει ν’ ανοίξω τα μάτια.
               λίμνες. Το βλέπω να γέρνει προς το μέ-                Το φως έχει σβήσει. Βρίσκομαι σε πο-

               ρος του τοίχου, ν’ αγκιστρώνεται πάνω                 λυθρόνα οδοντιατρείου. Ένα δάχτυλο
               του σαν αναρριχώμενο και να χώνεται                   δείχνει κάτι πάνω στο τραπέζι. Εστιάζω

               στα σύννεφα για να συναντήσει την κο-                 σ’ ένα δόντι κατάλευκο, με μια κόκκινη

               ρυφή του. Από το υποθετικό σημείο της                 γραμμή στην μια άκρη του, σαν κορδέ-
               ένωσής τους κατεβαίνει ένας σάρκινος                  λα.
   74   75   76   77   78   79   80   81   82   83   84