Page 39 - magazine_86
P. 39

του Βελισάριου Θώδη











               Κι έρχονται και περνάνε οι μέρες στη                  λασσιά ή το χτίσιμο των κάστρων,

               ζωή μας. Άλλες καλές, άλλες κακές,                    όσα κάνουμε στη ζωή μας. Κατά-
               άλλες αδιάφορες… όλες όμως περ-                       λαβα ακόμα πως το σημαντικό δεν

               νάνε. Κι εμείς τι έχουμε ζήσει πραγ-                  ήταν ότι κάθε τόσο η θάλασσα και τα

               ματικά μέσα σε αυτές τις μέρες; Εί-                   κύματα της μου γκρέμιζαν το παιχνί-
               μασταν όντως μέσα τους ή είμασταν                     δι μου αλλά το πιο σημαντικό ήταν

               έξω έξω στην ακροθαλασσιά για να                      το πώς ένιωθα εγώ την ώρα που
               μη βραχούμε, για να μην έρθει ένα                     έφτιαχνα το παιχνίδι μου στην άμμο

               λίγο πιο δυνατό κύμα και μας πάρει                    και  το  πώς  συνέχιζα  κάθε  φορά

               ότι χτίζαμε ή έστω μας το χαλάσει                     που μου τα έπαιρνε όλα το κύμα. Κι
               λίγο;                                                 εκεί κατάλαβα πως όταν έφτιαχνα

               Μικρός θυμάμαι δεν μου άρεσε να                       τα παιχνίδια μου στην άμμο ένιωθα

               χτίζω κάστρα στην άμμο ή λογής                        χαρούμενος, ένιωθα απελευθερω-

               λογής διάφορα άλλα παιχνίδια, συ-                     μένος, ένιωθα πως κατακτώ τον κό-
               νήθως τείχη, συνήθως λάκκους,                         σμο γύρω μου και πως η θάλασσα                             39

               και  πολλά  ακόμα.  Μου  την  έσπαγε                  είναι μικρή για να μου διαλύσει ότι

               που ερχόταν το νερό κάθε τρεις και                    με κόπο είχα χτίσει. Αλλά ακόμα και
               λίγο και μου τα χαλούσε, δεν έβρι-                    όταν μου τα διέλυε όλα, το πείσμα

               σκα καμία διασκέδαση σ’ αυτό, και                     μου ήταν τέτοιο που τα ξανάφτιαχνα
               πάντα σκεφτόμουν “γαμώτο γιατί το                     όλα μονομιάς.

               νερό πάντα έρχεται εκεί που χτίζω                      Μεγαλώνοντας  κι άλλο κατάλαβα

               εγώ;”. Που να πάρω χαμπάρι ότι εγώ                    πως η χαρά που ένιωθα χτίζοντας
 Θάλασσα       κι από πάνω να χαλάσω τη φυσική                       σμός, η ανεμελιά και οι καλές μέρες
               πήγαινα κοντά στο νερό και ήθελα
                                                                     στην άμμο, ήταν η χαρά, ο ενθουσια-


               ροή της θάλασσας για να μην περά-
                                                                     στη ζωή. Τα κύματα που μου διέλυ-
               σει πάνω από τα δικά μου φτιαχτά
                                                                     αν τα παιχνίδια μου ήταν οι αναπο-
               της άμμου.
                                                                     διές που ήρθαν, έρχονται και θα έρ-
 η ζωή...      Μεγαλώνοντας κατάλαβα πως η θά-                       χονται στη ζωή, και δεν είναι λίγες,


                                                                     γι’ αυτό είναι και “κύματα”, γι’ αυτό
               λασσα, η άμμος κι ότι εμείς κάναμε
                                                                     και δεν μπορούμε να τις ελέγξουμε,
               πάνω της, θα αντικατόπτριζε πλή-
                                                                     γι’ αυτό μπορεί απλά να μας ακου-
               ρως την ίδια μας τη ζωή. Κατάλαβα
               πως η θάλασσα είναι η ζωή, εμείς
               οι άνθρωποι η άμμος και η ακροθα-                     μπήσουν και να μας τσαλακώσουν
                                                                     λίγο ή μπορεί να μας διαλύσουν κυ-
   34   35   36   37   38   39   40   41   42   43   44