Page 43 - magazine_86
P. 43

Λευτεριά

                                                                                   της Γλυκερίας Παυλίδου












               Να χαρείς σου λένε όλοι! Χριστούγεννα είναι! Δε βλέπεις


               γύρω σου την εορταστική ατμόσφαιρα; Τα φωτάκια, τα

      στουσ
               αστεράκια, τα φτεράκια, τα χρυσοστολισμένα νεραϊδά-

 κάΛικάντζάρουσ
               κια, τα ασημοσκεπασμένα αγιοβασιλάκια…






















                                                                                                                                43






               Εσύ όμως ποτέ δεν αγαπούσες τα                        δεν είχε τζάκι, τι ιστορίες ήταν αυτές

               αγιοβασιλάκια.  Τα  καλικαντζαράκια                   που σου έλεγαν για τον χοντρό κυρι-
               λάτρευες!  Αυτά  που  ροκανίζουν  το                  ούλη που κατεβαίνει και καλά το βρά-

               δέντρο της γης! Τις νύχτες αφουγκρα-                  δυ μέσα από την καμινάδα για να σου
               ζόσουν τον αέρα, κρατώντας την ανά-                   γεμίσει την κάλτσα την πλουμιστή με

               σα σου. Προσπαθούσες να καταλάβεις                    τα μύρια καλούδια… Το είπες το μυ-
               αν προχωρούσε η δουλειά τους, θα                      στικό στη μάνα σου όταν ήσουν εφτά

               προλάβαιναν φέτος ή πάλι θα έφτα-                     χρονών κι έφαγες μια μεγαλοπρεπέ-
               ναν τα Φώτα και άπατη θα πήγαινε η                    στατη κατσάδα που θα τη θυμάσαι σ’

               προσπάθεια; Κάθε φορά που το έλε-                     όλη σου τη ζωή!
               γες στη μάνα σου κατσάδα έτρωγες                      Κι όταν μεγάλωσες προσπάθησες να

               «Τι είναι αυτά που λες παιδί μου; Μην                 μην ενδώσεις στην καταναλωτική
               τολμήσεις να πεις τέτοια πράγματα σε                  μανία που ακολουθούσε το «Χo Χo
               κανέναν άλλο! Ρεζίλι θα με κάνεις!»                   Χo» του κοκκινοντυμένου χοντρούλη


               Δεν έβρισκες λόγο να αγαπάς τον                       αλλά κανένας δε σε άκουγε! «Έλα βρε
               Άγιο Βασίλη. Αφού δεν υπάρχει! Σιγά                   κορίτσι! Για το καλό βρε! Μην είσαι

               μην υπάρχει! Αφού το δικό σου σπίτι                   γρουσούζα και μουρμούρα! Βγες στα
   38   39   40   41   42   43   44   45   46   47   48