Page 63 - magazine_84
P. 63

της Μαρίας Στρίγκου

                                                                                          https://meorio.blogspot.com/








               Η δεύτερη δόση της πανδημίας με βρήκε στο νησί. Ανάμε-


               σα ουρανού και θάλασσας, σ’ έναν κήπο με πολλά λουλού-


               δια και καρποφόρα δέντρα. Χωρίς υπερβολές ήταν ο όφις


               μέσα στον κήπο του Παραδείσου, ένας πολυλογάς όφις που


               έβρισκε την ευκαιρία να τρυπώσει στις ζωές μας απ’ την


               οθόνη της τηλεόρασης. Κάθε βράδυ την ίδια ώρα άκουγα


               τη γνωστή μουσική κι ύστερα τις φολίδες του να σέρνονται


               ανατριχιαστικά πάνω στο γυαλί, στο τετράγωνο πλαίσιο


               στη συνέχεια, καθώς αύξανε σε όγκο και ξεχείλιζε απ’


               τη συσκευή. Το επόμενο πρωί τον βρίσκαμε ανάμεσά μας,                                                            63


               στον καφέ του πρωινού, στην ψάθα της παραλίας, στο με-


               σημεριανό ούζο. Το βράδυ είχε κατακυριέψει τα όνειρά μας.







               Ζούσαμε  σε  απόσταση, μια  απόσταση                  ντια ξεκινούσαν με καφέ ελληνικό στις
               που δεν μας ήταν ξένη μέχρι τότε, απλά                εφτά το πρωί και τελείωναν με κρασάκι
               ήταν η πρώτη φορά που αποκτούσε σχή-                  στο νεροπότηρο γύρω στις εννιά το βρά-

               μα και άλλοθι, πράγμα που σήμαινε πως                 δυ. Ήμασταν σε lockdown και τα μαγαζιά
               τα πράγματα ήταν ζόρικα για τον πλανήτη               έβαζαν λουκέτο τα μεσάνυχτα.

               μας  αλλά παρ’ όλα αυτά παριστάναμε ότι               «Ποια μεσάνυχτα; - γέλασε ο μπάρμπα
               κάναμε διακοπές και ήμασταν σοβαροί.                  Στρατής την πρώτη φορά που του το είπα

               Δεν ξέραμε τι άλλο να κάνουμε.                        – τα μεσάνυχτα είναι γι’ αγκαλιές με την

               Ο μπάρμπα Στρατής είχε έναν παλιό κα-                 κυρά, είναι για ν’ ακούς το τραγούδι του
               φενέ  σ’ ένα χωριό – δεν έχει  σημασία                τζίτζικα, για να μυρίζεις το γιασεμί της αυ-

               τ’ όνομα, σημασία έχει μόνο το πλατάνι                λής σου και να σχεδιάζεις απ’ την αρχή
               που τον σκίαζε και μας πρόσφερε ανα-                  την επόμενή σου μέρα»

               κούφιση απ’ τον κάματο της ζέστης. Οι                 Δεν μίλησα, ήταν η αρχή της γνωριμί-
               πελάτες του, πέντε έξι κοτσονάτα γερό-                ας μας κι ήθελα να είμαι σεβαστικός. Το
   58   59   60   61   62   63   64   65   66   67   68