Page 51 - mag_93
P. 51
της Γλυκερίας Παυλίδου
Έχει μια ψύχρα παράξενη τούτο το ξημέ- αλμύρα τους με ένα χαμόγελο, αν έφτασε
ΤΑ ΞΥΛΙΝΑ γη ρουφάει τη βροχή αχόρταγα. Κάθομαι ταξίδεψε σε τόπους άλλων ψυχών και τις
η ψυχή και ξεπέρασε το όριο ταχύτητος και
ρωμα... Μυρίζει το βρεγμένο χώμα κι η
κουβάλησες μαζί σου στο δρόμο της επι-
με τα πόδια σταυρωμένα. Κρατώ ένα ξύ-
στροφής, αν σύρθηκες σε έρωτα δυνα-
λινο μολύβι στα χέρια με ένα κουδουνάκι
ΜΟΛΥΒΙΑ στην άκρη του κρεμασμένο από μια κλω- τό και έκλαψες για αγάπη δυνατή χωρίς
σκέψη και χωρίς ντροπή, αν ταξίδεψες σε
στή σαν ουράνιο τόξο. Έχω στα γόνατα
μια λευκή σελίδα από χαρτί. Έχω ένα πά-
κόσμους άγνωστους χωρίς, καν εισιτήριο
θος με τα ξύλινα μολύβια. Θέλω οι μύτες
τους να είναι καλοξυσμένες. Να γράφουν στην τσέπη, αν βούτηξες σε σιωπές μεγά-
λες, αν ούρλιαξες για να ακούσεις τη φωνή
γράμματα ολοστρόγυλλα, λεπτά. Η μύτη σου μέσα σε άλλες σιωπές, αν σε βρήκε
του μολυβιού μου σήμερα μοιάζει μαγική. το ξημέρωμα με κουρασμένη, απούσα
Έχει πολλά χρώματα. Ένα για το κάθε τι μνήμη, αν έχασες το δρόμο και μαζί και
που σκαλίζει πάνω στο λευκό χαρτί... σένα και λύγισες, έσκυψες, γονάτισες, μα
Πορτοκαλί για τα όνειρα μου. Σταχτί για τις σε ξαναβρήκες και σηκώθηκες πάνω σε
καταιγίδες που πέρασαν και τους αγριε- πόδια δυνατά, αν κοίταξες μέσα σου και 51
μένους ανέμους που με βρήκαν. Γαλανό τρόμαξες από τις πληγές, μα κατάφερες
για τις ήρεμες μέρες. Μπλε σκούρο για και έγιαινες, αν ένιωσες ότι το πολύ που
τις μεγάλες μάχες. Κόκκινο σκούρο για είχες να δώσεις τρόμαζε και σε έτρεπε σε
τις μικρές μου νίκες. Σμαραγδί για τη ζωή φυγή μα δεν πέταξες κομμάτια σου να γί-
που προχωράει μπροστά. Γλυκό ροδί, για νεις ελαφρύς... τότε δεν μπορεί να λείπει
όσους αγαπώ. από τα χέρια σου ένα ξύλινο μολύβι με
ένα χρυσό κουδουνάκι κρεμασμένο από
Αν έχεις περάσει δυσκολίες στη ζωή σου
και δεν βαρυγκόμησες ποτέ γι αυτό, αν πολύχρωμη κλωστή και μια λευκή κόλλα
σε έχουν τυλίξει άγρια κύματα σε άγνω- χαρτί από τα γόνατα σου...
στους ωκεανούς, αν έχεις περπατήσει Γιατί το ξύλινο μολύβι με τις μαγικές χρω-
ξυπόλητος σε αγκάθια, αν έχει δροσίσει ματιστές μύτες είσαι εσύ... είναι τα κομμά-
τα φλογισμένα σου πόδια στο νερό μιας τια σου. Κόκκινα, κίτρινα, γαλάζια, πορτο-
ήρεμης θάλασσας, αν έχεις σκαρφαλώσει καλί, βαθύ μπλε της θάλασσας και σταχτί
σε καταιγίδες και σε έχει βρέξει το άγριο του ουρανού, του φορτωμένου με βροχή...
χάδι τους, αν σε έχει στεγνώσει και σε έχει και εκτυφλωτικού λευκού του καθαρού
ζεστάνει ένας λαμπερός ήλιος, αν κολύ- πρωινού. Και το λευκό χαρτί η κάθε μέρα
μπησες στα αλμυρά νερά που έχουν δά- σου. Που θα τη ζωγραφίζεις εσύ, από τα
κρυα και στέγνωσες την υγρασία και την δικά σου χρώματα...
ΥΓ. Πάλι ξημέρωμα κι εγώ, με τη μνήμη απούσα, προσπαθώ να βρω ποιος σκάλισε πάνω
στο λευκό χαρτί όλα τούτα τα χρώματα...