Page 47 - mag_93
P. 47
της Χριστίνας Πομόνη
σου, μήτε η ανάγκη σου να αγαπάς. Είναι που δεν αντέχεις
την αλήθεια που έρχεται και στέκεται μπροστά σου με θράσος,
απαιτώντας να την δεχτείς όταν εσύ δεν έχεις πια τη δύναμη
μήτε τις σάρκες σου να σηκώσεις: όλοι στη ζωή αυτή ανήκουν
σε άλλους από εκείνους που θέλουν επειδή όταν έπρεπε ν’ απο-
φασίσουν που θα ανήκουν, φάνηκαν δειλοί. Κι έπειτα βρήκαν
ανθρώπους σαν εσένα, αγνούς και αφελείς, και τους πούλησαν
έρωτες δίχως να νοιαστούν, κι εσύ αναμετριέσαι με θηρία που
το άγγιγμά τους μοιάζει με το δάγκωμα της φωτιάς, καίγεσαι,
πονάς, σε κατασπαράζουν ζωντανό, δεν μπορείς να ξεφύγεις,
αγριεύεις, τρομάζεις από τα πρόσωπα που ξεπηδούν από μέσα
σου, πρόσωπα άγνωστα που φέρουν το όνομά σου, μιλούν με τη 47
φωνή σου, αλλά δεν είναι εσύ, πρόσωπα που δημιουργούνται
από το δικό σου απόσταγμα, αλλά παραμένουν η μακρινή βοή
μιας ζωής άγνωστης, φέρεσαι αλλόκοτα, προκαλείς την τύχη
σου, την ίδια σου την ύπαρξη, τραβάς τα πράγματα στα άκρα,
κάνεις όσα κάποτε καταδίκαζες, παίρνεις το ύφος του πατέρα
σου, κρίνεις και κατακρίνεις, και δεν σε γνωρίζεις πια.
Ο έρωτας σε κάνει κάποιον άλλο, γίνεται το «εσύ» όπως «οι
άλλοι», γίνεσαι εσύ οι άλλοι στη θέση των άλλων. Με μία
διαφορά: κάθε βέλος που σου τρυπάει τα σωθικά μπαίνει ακό-
μα πιο βαθιά σα βράχος που τακτοποιείται μέσα σου και όλοι
αυτοί οι βράχοι που κουβαλάς μετακινούνται πάνω κάτω μέσα
στο σώμα σου, προσπαθώντας να βρουν τη θέση που τους ανα-
λογεί. Μα είναι μάταιο να το ελπίζεις. Θα έρθει η στιγμή που
οι άνθρωποι θα σου κόψουν την ανάσα. Από θάνατο. Όχι από
έρωτα. Η μόνη σου αλήθεια είναι αυτή.