Page 33 - mag91
P. 33

του Βελισάριου Θώδη











               εμείς να πετάνε. Μετά τις ξελύναμε και                το ζουμί της ντομάτας και μόλις το έβα-
               συνεχίζανε το μοναχικό τους ταξίδι. Πά-               ζες στο στόμα, η γεύση που σου έσκαγε

               ντα με τρέλαινε αυτό το πρασινοχρυσαφί                αναστατώνοντας όλες τις αισθήσεις σου,
               της χρυσόμυγας, αν και από μικρός φο-                 ήταν απλά μοναδική. Μετά μεσημεριανή

               βόμουν σχεδόν όλα τα έντομα, αλλά δί-                 σιέστα για όλους όπου ο θείος σηματο-
               πλα στον ατρόμητο σε τέτοια αδερφό μου                δοτούσε την έναρξη της με την αγαπημέ-

               γινόμουν κι εγώ υπερήρωας!                            νη του φράση “εγώ πάω να πίπτω”, που
               Πέρναγε έτσι η ώρα κι αφού ο θείος τε-                όποτε μας το έλεγε εμείς ξεκαρδιζόμα-
               λειώνε το καφεδάκι του ετοιμαζόμασταν                 σταν κι ας ξέραμε πως κι εμείς έπρεπε

               για θάλασσα. Αχ αυτή η θάλασσα! Κατε-                 να κάνουμε παραπάνω ησυχία από όσο
               βαίναμε τα σκαλάκια εκεί στα Πευκάκια                 αντέχαμε για να ξεκουραστεί κι εκείνος.

               μας, έτσι λέγονταν το μέρος, λόγω των                 Αλλά χαλάλι του, πάντα κάναμε ησυχία!
               πολλών πεύκων που έφταναν μέχρι την                   Το απόγευμα, τότε δεν ήξερα ακριβώς

               ακρογιαλιά, και αμέσως εμείς με ένα                   την ώρα, αλλά υποθέτω γύρω στις 17:30
               σάλτο και με καμία αίσθηση κρύου νε-                  – 18:00 θα ήταν, τα μαζεύαμε, κατεβαί-

               ρού και αναστολών στο κορμί μας, βου-                 ναμε τη κατηφόρα της γειτονιάς εκεί και                    33
               τάγαμε απευθείας. Εκεί να δείτε βουτιές               πηγαίναμε πέντε σπίτια παρακάτω στην
               και παιχνίδια. Κι όταν κατέβαιναν κι οι               άλλη αδερφή της μαμάς μας, όπου εκεί

               ξαδέρφες μας, ήταν αρκετά μεγαλύτε-                   ήταν κι οι μεγαλύτερες ξαδέρφες μας
               ρες από εμάς, εκεί να δείτε παιχνίδια και             που σας είπα πιο πριν ότι ερχόντουσαν

               κακό!                                                 και στη θάλασσα. Τα κορίτσια είχαν μο-
               Μόλις μεσημέριαζε ο θείος κι η θεία μας               νόζυγο, εγώ τότε με το ζόρι το έφτανα,
               μάζευαν, με αρκετή γκρίνια από πλευράς                αλλά τεντωνόμουν από δω κι από κει

               μας, για να πάμε σπίτι να κάνουμε ντουζ               για να δείξω κι εγώ πως μπορώ, αν και
               στην αγαπημένη μας ντουζιέρα, ήταν                    ένα δυο σίδερα προχώραγα και έπεφτα

               έξω στην αυλή, και η θεία με τον θείο                 (γέλια). Επίσης εκεί ο άλλος μας θείος ο
               να σερβίρουν το μεσημεριανό τραπέζι.                  Γιάννης με τη θεία τη Κατίνα (απ’ το Κα-

               Όταν δε είχε μακαρόνια με κιμά εντάξει                τερίνα) είχαν  φτιάξει  μια λιμνούλα στο
               τι να πω... η απόλαυση έφτανε σε άλλα                 κήπο τους και από πάνω πέρναγες από

               επίπεδα. Ο θείος, τον θυμάμαι σαν τώρα                ένα μικρό πέτρινο γεφυράκι. Οικοδόμος
               με τη πράσινη του μπύρα πάντα στο τρα-                ο θείος οπότε σε αυτά δεν τον έπιανες.
               πέζι και η θεία μόλις αδειάζαμε τα πιάτα              Εκεί στη λιμνούλα να δείτε παιχνίδι με τις

               μας, μας έκοβε μεγάλες φέτες ψωμιού                   ώρες με έναν μικρό δύτη που μου είχε
               και μας ετοίμαζε τις βούτες μας. Δηλα-                αγοράσει ο πατέρας μου.

               δή ψωμί βουτηγμένο μέσα στη χωριά-                    Το βραδάκι κατέβαιναν εκεί και η θεία η
               τικη, εκεί που το λάδι ανακατεύονταν με               Σοφία με τον θείο τον Βασίλη και ο θείος ο
   28   29   30   31   32   33   34   35   36   37   38