Page 23 - ioakim_ebook
P. 23
Θυμάμαι τον ...ΒΑΣΙΛΗ ΙΩΑΚΕΙΜ
Πηγαίναμε καμιά φορά, τ’ αδέρφια, να τον δούμε, μα
νοιώθαμε άβολα. Αγέλαστος ο πατέρας, όλο με γραμμα-
τείς, διευθυντές, και τέτοια. «Άβυσσος η ψυχή του ανθρώ-
που», λέγαμε.
Μια μέρα ήμουνα στο κατάστημα. Ή μάλλον στο πολυ-
κατάστημα του πατέρα. Χάζευα στο ισόγειο. «Πόσο ξένος»,
έλεγα, «ο πατέρας». Και θυμόμουνα , -γενεές επί γενεών
που μεγάλωναν δίπλα δίπλα. Κι ο πατέρας γινότανε παπ-
πούς κι είχε το σεβασμό όλων. Και η οικογένεια είχε συνέ-
χεια και συνοχή.
Ξαφνικά ακούω φωνές: «Ο κυρ’ Βαγγέλης... έπεσε απ’
το πατάρι...».
Αναστατώνομαι. Τρέχω προς το πατάρι. Δύσκολο να
πάω στο πίσω μέρος.
Στα ρέλια του παταριού γύρω γύρω όλοι. Κοιτάμε κάτω
το νεκρό πατέρα. Σκληρό το πρόσωπο, σοβαρό.
Σχόλια γύρω μου. Κάποιοι μιλούσαν για αυτοκτονία.
«Τον πνίξανε τα χρέη», έλεγαν. Οι περισσότεροι ήταν πι-
στωτές του. Και στεναχωρημένοι ήταν, γιατί δύσκολα θα
παίρνανε τα δανεικά τους.
Προσπαθώ να κατέβω. Προσπαθώ να βρω το δρόμο
προς τον πατέρα. Μα εκεί δίπλα, κοντά στα πόδια μου, ένα
μικρούλι πραματάκι βλέπω που αναδευόταν. Σκύβω και
βλέπω πως είχε τη μορφή του πατέρα. Και μου γελούσε.
Όπως τον παλιό καλό καιρό.
Ήμουνα ευτυχισμένος. Κοιταζόμασταν για λίγο, χαμο-
γελούσαμε, κι ύστερα μ’ ένα νεύμα μ’ αποχαιρέτησε, και
χάθηκε. «Έτσι λοιπόν είναι η ψυχή μας;», αναρωτιόμουν.
Ανάμικτα αισθήματα τώρα. Και το παρελθόν που ξα-
ναγυρνούσε. Και η ζωή που μας αναγκάζει να ενεργούμε
παράξενα και δε μας αφήνει να χαρούμε. Και η ψυχή του
πατέρα, που μου γελούσε, φεύγοντας.
19