Page 53 - mag 122
P. 53
της Mιμίκας Μαντά
- Είναι για τα παιδιά! θυμάται.
- Όλοι παιδιά έχουμε! Μένει και στα παιδιά που γεννιού-
Κι όμως, κάποια παιδιά ακόμη έπαι- νται μετά, σαν εφιάλτης που κληρο-
ζαν. Μάζευαν πέτρες και τις έλεγαν νομήθηκε.
«σπίτια». Ένα κορίτσι έβαλε λου- Εκτοπισμένη σημαίνει να μη ριζώ-
λούδια σε μια λακκούβα και το είπε νεις πουθενά. Ούτε στον τόπο που
«κήπο». σε γέννησε, ούτε σ’ αυτόν που σε
Εγώ κρατούσα τον Τίκο, το σκυλά- φιλοξενεί.
κι μου. Μα κουράστηκε. Σταμάτησε. Τα παιδιά μου παίζουν κρυφτό. Φω-
Και «κοιμήθηκε». Τον έθαψα δίπλα νάζουν «σε βρήκα!». Η καρδιά μου
στο δρόμο και έβαλα ένα κλαράκι παγώνει, γιατί ξέρω τι σήμαινε τότε
πάνω. να «σε βρουν.»
- Θα σε βρω όταν γυρίσω, του ψι- Τα αφήνω να γελούν. Είναι η μόνη
θύρισα. μου νίκη: να τους χαρίσω εκείνο
που δεν μου επέτρεψαν να έχω… 53
Εγώ θα μείνω πάντα Εκτοπισμένη.
Τώρα Εκείνα ίσως ριζώσουν.
Είμαι μεγάλη. Ζω σε άλλη χώρα.
Έχω παιδιά. Έχουν σχολείο, πάρκο,
φίλους.
Μα εγώ, όταν πέφτουν πυροτεχνή-
ματα, κλείνω τα αυτιά μου. Όταν
χτυπάει η πόρτα δυνατά, ψάχνω
υπόγειο. Στον ύπνο μου περπατώ
ξυπόλυτη, με αίμα στις φτέρνες.
Ονειρεύομαι μανάδες με άδεια κα-
ρότσια, παππούδες που έμειναν
πίσω, παιδιά που παίζουν με πέτρες
αντί για σπίτια.
Ο πόλεμος δεν τελειώνει με τη σιω-
πή των όπλων.
Μένει στο ψωμί που δεν έχεις, στη
δίψα που δε σβήνει, στο σώμα που