Page 79 - mag_110
P. 79

της Δήμητρας Ξενάκη











               γισμένες;                                             καθησύχαζε η Φανή. (όμως ούτε η

               -      Δε φτάνει που το γέννησε με-                   ίδια το πίστευε)
               σάνυχτα η προκομμένη πατεί και τα                     Κι όταν αργότερα την έβλεπαν να

               ιερά μας τώρα. Αυτή του έβαλε τέ-                     στολίζεται και να σεργιανάει όπου

               τοιες ιδέες, είμαι σίγουρη. Ο θεός να                 της άρεσε, απελπίστηκαν. Ακόμα κι
               βάλει το χέρι του, είπε η κυρά Σού-                   η μάνα της άρχιζε να της βάζει όρια.

               λα. Μετά θα πάω ν ανάψω κερί στον                     Ο Κώστας την καμάρωνε, αλλά φο-
               Αϊ Θανάση που τον λησμονήσανε.                        βόταν με το πείσμα της θυγατέρας

               -      Θα ‘ρθω μαζί σου ξαδέρφη,                      του.

               είπε η Φανή και σταυροκοπήθηκε                        Αλλά τι να πει; Ο κόσμος προόδευε,
               πάλι                                                  τα κορίτσια δεν έμεναν κλεισμένα

               Έτσι ήρθε στον κόσμο η Κωστούλα.                      σπίτια. Δούλευαν.

               Ανάμεσα σε γλέντια και ξόρκια. Τόλ-                   Όταν όμως η  Κωστούλα γύρεψε
               μησε να βγάλει τον πρώτο της λυγμό                    να πάει στο γυμνάσιο της διπλανής

               στις δώδεκα το βράδυ, τόλμησε να                      κωμόπολης του κόπηκαν τα πόδια.                            79
               ’ναι κορίτσι και οι γονείς την πρόσε-                 Πως θα πήγαινε; Με ποιους; Τι πα-

               χαν πιότερο από τα σερνικά.                           ρέες; θα έκανε;

               Οι γιαγιάδες την λιβάνιζαν συνέχεια,                  Προσπάθησε να της αλλάξει μυαλά,
               δεν την άφηναν μόνη σε σταυροδρό-                     αλλά σταμάτησε γρήγορα. Δεν είχαν

               μια το βράδυ και φυσικά τα μεσάνυ-                    νόημα τα επιχειρήματα του

               χτα ήταν πάντα μέσα στο σπίτι της.                    Αποφάσισε να την πηγαίνει ο ίδιος
               Τίποτα δεν καταλάβαινε η μικρή απ’                    με το αγροτικό μαζί με δύο άλλα

               αυτά.                                                 παιδιά.

               Έτρεχε στις αλάνες και στο ποτάμι                     Και μετά άρχισαν οι γιορτές και οι

               σαν αγριοκάτσικο. Έπαιζε με αγό-                      προσκλήσεις. Και μαζί και τα παρα-
               ρια και κορίτσια και δήλωσε σοβα-                     κάλια της Κωστούλας

               ρή πως θα πάει στο σχολειό μετά θα                    -      Γιατί να διαφέρω από τα άλλα
               σπουδάσει                                             παιδιά;

               Βαρυγκώμαγε η κυρά Σούλα.                             Όπου μπορούσαν την πήγαιναν ή

               -      Θηλυκό ήθελε ο γιός μου έλεγε                  έβαζαν τ’ αγόρια να την συνοδεύουν.

               στη Φανή, αλλά τούτη είναι σερνικό                    Νευρίαζαν τα αδέλφια της, νευρίαζε
               με φουστάνια.                                         κι η ίδια… Στο σπίτι οι καυγάδες έγι-

               -      Θα στρώσει μεγαλώνοντας, την                   ναν συνήθεια.
   74   75   76   77   78   79   80   81   82   83   84