Page 32 - mag_08
P. 32
ÂÉúËƾ ÐÑÌ ÂÏʾØÈ»
∆ελφίνια στο Θερµαϊκό βλέπω πρώτη φορά. Είναι τέσσερα και κολυµπάνε δίπλα στα
µικρά ιστιοπλοϊκά σκαφάκια που περιµένουν να φυσήξει για να αγωνιστούν. Μα δεν
τους κάνει τη χάρη, άπνοια και το «µπούγιο» αργοσαλεύει όλο µαζί. Τα πτερύγια µπαι-
νοβγαίνουν στο νερό, που σήµερα αποφάσισε να ντυθεί τη γκρι φθινοπωρινή
στολή κι ο ήλιος από πάνω έκοψε µια ολοστρόγγυλη τρύπα µέσα στα σύννεφα και
κοιτάει από εκεί πάνω τα λευκά πανάκια. Λίγο πιο πέρα πλέουν κι άλλα χρώµατα,
κόκκινο, πορτοκαλί, µαύρο. Ένα χτυπητό κίτρινο κολυµπάει φωσφορίζοντας στο βάθος.
Στρέφω ξανά το βλέµµα πάνω, µένοντας αποσβολωµένη από τη θέα των σύννεφων
που στριµώχνουν το µαβί δίπλα στο µολυβί, το άσπρο δίπλα στο χρυσό, το ροζακί δί-
πλα στο κεχριµπάρι. Όµορφα που τα ζωγράφισε όλα η πλάση κι εµείς οι άνθρωποι
τα µαγαρίσαµε. ∆εν είναι µόνο η ζηµιά στο περιβάλλον που µε τον αλόγιστο ευδαιµο-
νισµό και την απληστία προκαλέσαµε. Είναι η φασαρία του νου και της ψυχής. Κάνουµε
τόσο θόρυβο στο µέσα µας που δεν αφήνουµε χώρο στη σιωπή. Μα αυτή µόνο είναι σε
θέση να αφουγκραστεί την οµορφιά του σύµπαντος. ∆εν έχουµε χώρο για νέες εικόνες
32 32 του σήµερα γιατί στον εγκέφαλο είναι καρφωµένος ο εφιάλτης του αύριο. ∆εν ακού-
µε το διπλανό, συζητώντας δήθεν, κάνουµε ατέλειωτους µονολόγους, επί της ουσίας
καυγαδίζοντας πάλι ο καθένας µόνος του, αφού εντέλει το δικό σου θόρυβο προβάλεις
πάνω στον άλλο. Θέλεις να τυλιχτείς τα χρώµατα να τα χωρέσεις όλα
στην ψυχή σου κι αυτή µένει κλειστή, πάντα κλειστή από φόβο και