Page 6 - mag_050
P. 6
εdito_real
Καθόταν στην παραλία, εκεί στο τελευταίο σύνορο της άμμου και
της θάλασσας, εκεί που η θάλασσα προσπαθεί να σαγηνεύσει τη στεριά και να
την κάνει δική της. Κοιτούσε τη θάλασσα, κρατώντας στο χέρι ένα βίβλίο, έχο-
ντας κάνει το δάκτυλο σελιδοδείκτη. Ήταν φανερό, ότι κάτι σκεφτόταν. Είναι
από τις στιγμές που δε θέλεις να ακούσεις ή να μιλήσεις με κανένα, ούτε με
εσένα τον ίδιο, πολύ περισσότερο με εσένα.
Χάνεσαι. Στο απέραντο του ορίζοντα εκεί που είναι σαν να ενώνονται σ’ένα
ατελείωτο ερωτικό αντάμωμα ο ουρανός και η θάλασσα. Τίποτα δεν μπορούσε
ν’αποσπάσει το βλέμμα από αυτό το λίγο ή το όλο που προσπαθούσε να χωρέ-
σει στον αναμνησιακό χώρο του εγκεφάλου, για να το έχει σαν καύσιμο για το
χειμώνα. Αυτό το χρώμα και την αέναη κίνηση της θάλασσας.
Μάλλον, θα απορούσε με την αντίσταση της άμμου στο φλέρτ της θάλασσας
γιατί έτσι ξαφνικά άπλωσε το ελευθερο χέρι, έπιασε λίγη άμμο και την έστειλε
στη θάλασσα.
6