Page 57 - mag_56
P. 57

του Σπύρου Διαμάντη











               Συγκατοικούσαμε περίπου πέντε                         Οπότε δε μπορούσα να κάνω αλλιώς

               μήνες. Οι πρώτες μέρες ήταν                           και άνοιγα το φως και καλά έκπληκτος
               δύσκολες. Ήταν που δεν ήθελα να
                                                                     που δεν τον πρόσεξα και όλα αυτά
 O συγκάτοικος  μοιράζομαι τίποτα. Στην αρχή δεν                     με μια φυσικότητα τέτοια, που από

               άναβα ούτε το φως όταν βρισκόταν
                                                                     μέσα  μου  αυτοθαυμαζόμουν.  Μετά
               κι αυτός στο ίδιο δωμάτιο, για να
               λέω τάχα πως είμαι μόνος μου.                         μιλούσαμε για ώρα και κάναμε και
                                                                     πλάκα. Σαν να αγαπιόμασταν χρόνια.
               Βέβαια αν μου μιλούσε, δε γινόταν                     Όταν όμως άρχιζε να με κουράζει,

               να τον αγνοήσω. Όχι από σεβασμό.                      έκανα ένα κρύο ντους να ξεθολώσω

               Όχι, ούτε κατά διάνοια. Απλά                          και  ύστερα  ξάπλωνα  έτσι  νωπός  στη
               δεν ήθελα να νομίζει πως είμαι                        δεξιά μεριά του ημίδιπλου ντιβανιού,
               ανίκανος να τον αντιμετωπίσω.                         γυρίζοντας πλευρό προς τον τοίχο. Μου


                                                                     άρεσε να παίζω με το σκουριασμένο
                        Το χειρότερό μου,                            καλοριφέρ, βάζοντας τα χέρια μου στις

                         ήταν όταν έφερνε                            εσοχές μέχρι  να με πάρει ο ύπνος.                         57

                                                                     Στο πρωινό τον είχα απέναντί μου. Δε
                         την γκόμενά του,
                                                                     γινόταν να τον αποφύγω. Μου έφτιαχνε
                           αυτή την κότα                             και καφέ. Ήταν πάντα ομιλητικότατος.


                           τη δικηγορίνα                             Φρέσκος φρέσκος, γραβατωμένος
                                                                     κατονομάζοντας φωναχτά και με πάθος
                      με τα ακριβά ταγιέρ.                           τις υποχρεώσεις του, πικάροντάς με,


                 Στην αρχή βλέπαμε ταινία                            με τρόπο, που εγώ θα έβγαινα μόνο για

                      οι τρεις μας και μετά                          να πάρω εφημερίδα και ένα καρβέλι
                                                                     ψωμί.
                 μόλις μου έκλεινε το μάτι,                          Το χειρότερό μου, ήταν όταν έφερνε

                       έπαιρνα το μήνυμα                             την γκόμενά του, αυτή την κότα τη


                   και ξεκινούσα τάχα μου                            δικηγορίνα με τα ακριβά ταγιέρ. Στην

                         να χασμουριέμαι                             αρχή βλέπαμε ταινία οι τρεις μας
                                                                     και μετά μόλις μου έκλεινε το μάτι,

                    με στόχο να αποσυρθώ                             έπαιρνα το μήνυμα και ξεκινούσα

                        στο δωμάτιο μέσα                             τάχα μου να χασμουριέμαι με στόχο
                                                                     να αποσυρθώ στο δωμάτιο μέσα
                       στα επόμενα λεπτά.                            στα επόμενα λεπτά. Την πηδούσε ο

                                                                     αθεόφοβος στο διπλανό δωμάτιο με
   52   53   54   55   56   57   58   59   60   61   62