Page 96 - mag_71
P. 96

ΓΡΑφΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ                    της Κατερίνας Παναγιωτοπούλου


                                     Η αρχή







               του και του άστραψα τρεις απανω-                      ξια, σαν να ήταν η πρώτη φορά που

               τές. Τον πέτυχα στον εγκέφαλο· μαρ-                   το έκανε. Μου ήρθε στο μυαλό η σι-
               μάρωσε όταν κατάλαβε πως την είχε                     τεμένη νεάζουσα με τον σκύλαρο, που

               άσκημα.                                               πριν από κάποιους μήνες είχε παρα-

               Γύρισε πίσω παραλιακά και άρχισε να                   δεχτεί πως όταν δεν μπορεί να κάνει
               ψάχνει το «πεσκέσι». Του πρόσφερα                     αλλιώς μαζεύει τα «κακάκια» του ζώου

               σακούλες συλλογής ακαθαρσιών σκύ-                     της. Τι «κακάκια» δηλαδή, ένα κιλό

               λων. Αρνήθηκε αμίλητος και απευθύν-                   σκατό το καθένα. Με έπιασε νευρικό
               θηκε στο γκαρσόνι.                                    γέλιο. Γέλαγα με κλάματα. Τον έβλε-

               «Πάρτε αυτές» του είπα αλλά εκείνος                   πα, τηλεγραφόξυλο να διπλώνεται και
               με αγνόησε πάλι.                                      να ψάχνει στα βότσαλα, και σπάραζα.

               «Δεν χρειάζεται να περιμένετε το                      Έκλαιγα γιατί δεν μπορούσα να στα-

               γκαρσόνι, δεν θα μου λείψουν. Έχω                     ματήσω να γελάω και γέλαγα με την
               σκυλί και ξέρω» επέμεινα.                             τύχη μου να γλυτώσω το πνίξιμο αφού

   96          Επέμενε κι εκείνος να με αγνοεί. Από-                 υπήρχαν μάρτυρες στο συμβάν.
               ρησα με την υπομονή μου.                              Κι όσο εγώ γέλαγα κι έκλαιγα μαζί

               «Μα γιατί δεν τις παίρνετε;» τον ξανα-                τόσο εκείνος κιτρίνιζε· μέχρι που

               ρώτησα.                                               άρχισε να καίγεται και στο τέλος να
               «Έγινε κάτι που δεν μου άρεσε» είπε.                  μαυρίζει, να γίνεται κάρβουνο και να

               Πρόφτασα μόνο ν’ ακούσω ότι «δεν                      καπνίζει, σαν μπουρί, σαν φουγάρο

               έπρεπε να τον φωτογραφήσω» και                        καραβιού θα έλεγα καλύτερα.
               κατέρρευσα. Έβαλα τις σακούλες στην                   «Έπρεπε να της το πεις από την αρχή,

               τσέπη μου και γύρισα στη θέση μου.                    βρε άνθρωπε, πως δεν είχες σακού-

               Το γκαρσόνι σέρβιρε σακούλες στον                     λα μαζί σου» του είπε το γκαρσόνι
               «κύριο» και σε μας δεν θυμάμαι τι. Η                  την ώρα που έφευγε με το σκατό στο

               διπλανή παρέα με κοίταζε απορημένη.                   χέρι. Δεν ξέρω σε ποια σκουπίδια το
               Ο τύπος έδεσε το σκυλί με το λουρί                    πέταξε· σημασία έχει ότι το μάζεψε. Η

               του και μάζεψε τις ακαθαρσίες αδέ-                    αρχή είχε γίνει.





               Η Kατερίνα Παναγιωτοπούλου γεννήθηκε το 1956 στην Αμφίκλεια Φθιώτιδας. Σπούδασε Σκηνογρα-
               φία – Ενδυματολογία. Εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα. Είναι τελειόφοιτη του μεταπτυχιακού τμήματος
               Δημιουργικής Γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, στην κατεύθυνση της συγγραφής. Διη-
               γήματά της έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά. Το πρώτο της βιβλίο «Η Μακρυγιαλού και
               άλλες ιστορίες» εκδόθηκε, τον Μάρτιο του 2017, από τις Εκδόσεις Εντευκτηρίου.
   91   92   93   94   95   96   97   98   99   100   101