Page 38 - mag_102
P. 38

ΕΝΑΣ ΜΠΑΜΠΉΣ                                       της Μαρίας Στρίγκου


                              Για χάρη

                        του βασιλικού




               δικό τους εργολάβο στην εταιρεία.                      «Άσε  που  ήταν  και  γκόμενος  της
               Και  δεν  δουλεύω  για  πλάκα  κυρ                     Αλίκης. Μωρ’ αν δεν τους χώριζε η

               Μπάμπη μου, έχω παιδί να σπου-                         μάνα του θα έβλεπες πως θα ήμα-
               δάσω.  Αλλά  βέβαια,  εμείς  εδώ                       σταν τώρα.»

               καιγόμαστε για το πώς θα ταφεί ο                       Πήρα τον καφέ μου αμίλητος όταν

               τέως, που Θεος σχωρέστον τον άν-                       την ώρα εκείνη μπήκε στο κυλικείο
               θρωπο αλλά λίγο με νοιάζει. Διακό-                     η Μαιρούλα, μια νεαρή μαμά, που

               σια ογδόντα μου ήρθε η ΔΕΗ, πού                        θα ‘χε δεν θα ΄χε δυο χρόνια στην
               θα τα βρω; Μα ποιον νοιάζει;»                          εταιρεία. Φαινόταν κλαμένη.

               Μαχαιριά τα λόγια της μου καρφώ-                       «Ένα φάρμακο γυρεύω ρε παιδιά,

               θηκαν στην κοιλιά.                                     μην τύχει και το ‘χετε σπίτι σας; Έχει

               Για να διασκεδάσω το σεκλέτι πήγα                      έλλειψη στην αγορά και το χρειά-
               μια βόλτα στο κυλικείο. Ένας καφές                     ζομαι για το παιδί μου. Ρωτάω πα-

               ήταν ό,τι έπρεπε.                                      ντού,  τους  ρωτάω  όλους,  ξέρετε

               Μα ξανά κι εκεί η ίδια κουβέντα.                       κάτι;»

               Μάλωνε ο υδραυλικός με τον οδηγό                       Σιωπή. Εκκωφαντική σιωπή. Ματιές
    38
               της εταιρείας.                                         πλάγιες και μουρμουριστές δικαιο-

               «Που κακό ψόφο να ‘χει. Μας ρη-                        λογίες.

               μάξε κι αυτός και όλο του το σόι.                      «Έχω αργήσει για το δρομολόγιο»

               Όχι  βέβαια,  δεν  έπρεπε  να  ταφεί                   λέει ο ένας
               εδώ. Δεν είναι Έλληνας αυτός»                          «Πρέπει να κοιτάξω ένα βραχυκύ-

               «Δεν έχεις δίκιο Μήτσο –ο οδηγός                       κλωμα» λέει ο άλλος.

               ήταν πιο μετριοπαθής– υπήρξε και                       «Θα καούν οι τυρόπιτες» αγχώνε-
               παλιός ολυμπιονίκης ο συγχωρεμέ-                       ται η κυρά Σούλα.

               νος και στην τελική, άνθρωπος σαν                      Φεύγουν.  Από  τα  δύσκολα  όλοι
               όλους τους άλλους, εδώ ήθελε, εδώ                      φεύγουν. Κοιτάνε αλλού. Βρίσκουν

               θα τον θάψουμε.»                                       δικαιολογίες. Κι είναι η πρώτη φορά

               Ο  καφετζής  μπήκε  κι  αυτός  στην                    που για χάρη του βασιλικού δεν πο-
               κουβέντα                                               τίζεται η γλάστρα. Ίσως γιατί ζούμε

               «Θα  έρθει  κι  ο  Κάρολος  στην  κη-                  σε  περίοδο  μακριάς  και  επίπονης

               δεία; Μα χάθηκε να είναι λίγο πιο                      νοητικής ξηρασίας. Ίσως γιατί είναι
               περιποιημένος ο τόπος της ταφής;                       πιο εύκολο να σχολιάζουμε βασιλι-

               Τι θα σκεφτούν για εμάς οι ξένοι;»                     κούς παρά να τους καλλιεργούμε.

               Η κυρά Σούλα που έφτιαχνε τα σά-                       Η μυρωδιά όμως παραμένει η ίδια.

               ντουιτς βγήκε απ’ την κουζίνα της με                   Της απόλυτης σήψης.
               φόρα.
   33   34   35   36   37   38   39   40   41   42   43