Page 118 - mag_98
P. 118
οι ςήμειωςεις μου
Ξύνοντας... τις λέξεις!
Ξύνω τα μολύβια μου κι αρχίζω να γράφω. Γράφω, γράφω συ-
νεχώς, χωρίς σταματημό. Λέξεις που δεν τις περίμενα να βγούν,
λέξεις που πονάνε... Μπήγω το μολύβι στη σελίδα. Πονάει και
σπάει τη μύτη, αλλάζουν τα γράμματα, χοντραίνουν... με ενο-
χλεί. Θυμώνω με το μολύβι και το κρύβω στο συρτάρι. Διαλέγω
άλλο μολύβι, κοιτάζω τη μύτη του, μου κάνει... συνεχίζω. Γρή-
γορες κινήσεις, βιαστικές μη θυμώσει η σελίδα, μη μου φύγουν
οι σκέψεις και τις χάσω.
118 118
Σταματώ για λίγο... Γυρίζω προς τα πίσω... ξεφυλλίζω τις πίσω
μου σελίδες... προσπαθώ να διαβάσω αυτά που έγραψα. Δεν
αναγνωρίζω τα γράμματά μου. Δεν μπορώ να τα διαβάσω... Αλ-
λού είναι αχνά, ίσα που φαίνονται και αλλού βαριά, μπηγμένα,
αφήνουν πόνο και στην από κάτω σελίδα. Τώρα εδώ τι λέει; Το
ένα γράμμα καβάλησε το άλλο. Λείπει γράμμα; Τι θέλω να πω;
Δε βγάζω νόημα... Ή μήπως να ψάξω στα χαμένα... στα ξεχα-
σμένα;
Μπερδεμένα τα λόγια, μπερδεμένες εποχές, μπερδεμένες μνή-
μες... Συναισθήματα; κι αυτά μπερδεμένα...
Σταματάω πάλι, σκέφτομαι... και ξαναρχίζω. Αλλιώς πιο σιγά...
χωρίς βιασύνες...