Page 50 - mag_94
P. 50

ΓΡΑφονΤΑΣ μΙΑ ΙΣΤοΡΙΑ


                          Το ροζ Venus







               συμπάθησε. Το απαίτησε για την                        ζούσε και η ίδια. Η πορεία της ήταν
               αγορά μιας τσάντας από τον αφρι-                      άδεια από γνώση και εμπειρία. Ένα

               κανό μετανάστη και το κράτησε                         “σκονάκι” ήταν, που αντέγραφε ξέ-
               για να θυμάται ότι κατάφερε να τον                    νες συμπεριφορές, κρίκος που

               πείσει να της το χαρίσει. Το άφηνε                    ένωνε τις απώλειες των διπλανών

               να μετράει τις ώρες της αλλά αυτό                     κρίκων μέχρι που έμεινε μόνος.
               από αντίδραση για τον ευτελισμό                       Όποιος έφευγε άφηνε στον συνεχι-

               του μέτραγε την απραξία της. Κά-                      στή του, κληρονομιά συναισθημα-
               ποια φορά, που ο ήχος του της θύ-                     τική, το αίμα του –είτε μαύρο είτε

               μισε έντονα τον τρόπο της απόκτη-                     κόκκινο. Κάποιοι είχαν συνεχιστές,
               σής του, το κοπάνισε στο πάτωμα                       κάποιοι όχι. Κατάλαβε πως δεν είχε

               κι από τότε έχανε στο μέτρημα. Δεν                    κανέναν μέσα σε ένα βράδυ, με ένα

               της άρεσε το ροζ χρώμα, από μικρή                     όνειρο που κράτησε μία αιωνιότητα
               ούτε ν’ ακούσει δεν ήθελε γι’ αυτό.                   γιατί επαναλαμβανόταν:

               Προτιμούσε το κίτρινο, το μαύρο
   50          άντε και το μπλε του κοβαλτίου· ή                     Ήταν λέει σ’ ένα τούνελ και δυσκο-


               καλύτερα μόνο το μαύρο. Τότε ταί-                     λευόταν ν’ αναπνεύσει. Κάτι εμπό-
                                                                     διζε τις ανάσες των ανθρώπων.
               ριαζε με την απαισιόδοξη διάθεση                      Μερικοί είχαν μεγαλύτερη φόρα

               της εποχής τώρα με την ηλικία της.
                                                                     και την προσπερνούσαν λόγω αυ-
               Αν παρατηρούσες τη ζωή της από                        τής της δυσκολίας της. Κάποιοι άλ-

               την αρχή θα καταλάβαινες πως τί-                      λοι έμεναν πίσω και τους σκέπαζε

               ποτα δεν είχε αλλάξει. Άρπαζε τις                     μια αχλή, μια ανάγκη να χαθούν, να
               στιγμές των άλλων και τις φόραγε                      μην τους βλέπει κι αισθάνεται ότι

               για δικές της. Μόνο που φώναζαν                       την  κυνηγούν.  Περπατούσε  αργά
               από  μακριά  πως  ήταν  ξένες.  Αυτό                  και μοναχικά ώσπου κατάλαβε ότι

               δεν το άντεχε όμως ήταν μαθημέ-                       κάτι αόρατο στράγγιζε τη δύναμή
               νη αρπαχτικό, δεν είχε άλλο τρόπο.                    της. Αν βάραινε ή σταματούσε την

               Βέβαια, το μυαλό της δεν έκοβε και                    σκούνταγε όπως ένα παλιό αυτο-
               πολύ. Αν δεν υπήρχαν οι πρωτο-                        κίνητο στην κατηφόρα. Ξύπναγε με

               βουλίες  των  άλλων  θα  ήταν  ανύ-                   έναν σπασμό από την υπέρμετρη
               παρκτη. Έτσι επιβίωνε παρασιτικά                      προσπάθεια της ανάσας της να βρει

               κλέβοντας τις ανάσες τους. Δεν είχε                   το ρυθμό της. Ύστερα, αξιοποιώντας

               ιδέα αν ζούσε ο δωρητής του ρολο-                     όσο οξυγόνο χώραγαν τα πνευμό-
               γιού. Κάποιες φορές δεν ήξερε αν                      νια της, έδιωχνε σαν αντλία προς
   45   46   47   48   49   50   51   52   53   54   55