Page 45 - mag_21
P. 45

της Κατερίνας Επιτροπάκη











               Χριστούγεννα με τους γονείς         «Μην είσαι ανόητος. Άλλωστε
               της, όταν εκείνος είχε αρχίσει      έχει πια τόσο λίγη σημασία!
               να νοιώθει περίεργα: σα να          Όταν κοιτάμε τη ζωή μας πίσω,
               ήταν εγκλωβισμένος σε κάτι          τα παλιά μεγάλα τραύματα μας
               που έπαψε να του αρέσει, σα         φαίνονται αμυχές… Πάντως
               να έχανε κάτι από τον υπόλοι-       χάρηκα πολύ που σε είδα. Ήταν
               πο κόσμο. Ο παρορμητισμός           ωραία έκπληξη!»
               και ο ενθουσιασμός για τη ζωή       «Και πάντα λάτρευες τις εκπλή-
               της Βιβής, ενώ πάντα λειτουρ-       ξεις!» συμπλήρωσε εκείνος,
               γούσε  ζωοδοτικά  στον  ίδιο,       «από νεαρό κορίτσι»...
               εδώ και λίγο καιρό ένοιωθε να
               τον ενοχλεί, να τον πνίγει, να      «Α, έχουμε πει πως θα σε
               τον τραβάει σε διαδρομές που        στήνω εγώ. Εσύ απαγορεύε-
               δεν ήταν πολύ σίγουρος πια          ται», τον μάλωσε χαριτωμένα
               αν ήθελε. Ακόμα και το ταξί-        η Νόρα δείχνοντάς του το ρο-
               δι που σχεδίαζαν στην Ιταλία,       λόι της για να του επισημάνει
               άρχισε να το αισθάνεται σαν         ότι είχε αργήσει πέντε ολόκλη-
               απειλή. Εκείνο το πρωί, κοιμό-      ρα λεπτά, ενώ εκείνος την πλη-
               ταν, όπως πάντα, δίπλα του, μ’      σίασε  λαχανιασμένος  από  το                                                45
               εκείνη την υποψία χαμόγελου         σχετικό τρέξιμο.
               στις άκρες των χειλιών της και      «Ξεχάστηκα αγάπη μου, σε
               τον ρυθμό της ανάσας της ν’         κάτι πάγκους με βιβλία» της
               ακούγεται μονότονα, σαν ανε-        είπε, ενώ έβγαλε από την τσέπη
               παίσθητο ροχαλητό. Ένοιωσε          του τα δύο εισιτήρια που είχε
               τη διάθεση να φύγει. Δεν ήταν       ήδη προμηθευτεί από μέρες και
               σίγουρος πια για τίποτα. Ένοι-      τα παρέδωσε στην ταμία του
               ωσε αυτό το ζωντανό κορίτσι         θεάτρου.
               σαν να του απειλεί την πραγμα-      «Αποφάσισες να μάθεις ιτα-
               τική του φύση που ήταν μια ζωή      λικά στα γεράματα; Χαχαχα»,
               χωρίς πολύ περιπέτεια. Σα να        τον ειρωνεύτηκε περιπαιχτικά
               ξύπνησε με άλλες κατευθυντή-        η Νόρα, καθώς κοιτούσε το βι-
               ριες επιθυμίες.                     βλίο εκμάθησης ιταλικής που ο
               Είχε φύγει σαν τον κλέφτη.          άντρας της είχε αγοράσει όση
               Είχε πάρει τα ελάχιστα ρούχα        ώρα τον είχε αφήσει μόνο.
               του σ’ ένα σάκο και της είχε        «Πώς  έτσι;  Θυμήθηκες  που
               απλά αφήσει ένα σημείωμα,           είχες ξεκινήσει τότε στα νιά-
               κάτι σαν «Αντίο, λυπάμαι, δεν       τα σου που μού 'λεγες κάπο-
               μπορώ άλλο...», ή κάπως έτσι.       τε;»
               Και δεν την ξαναείδε από τότε.      Ευτυχώς δεν χρειάστηκε ν’
               Μέχρι σήμερα που ξαναβρέ-           απαντήσει. Ταυτόχρονα με την
               θηκε μπροστά στο αφοπλιστι-         ερώτησή της, χτύπησε το τρίτο
               κό χαμόγελο των ματιών της μ’       κουδούνι και τα φώτα έσβη-
               εκείνο το βλέμμα το καστανό         σαν. Άρχιζε η παράσταση.
               με πράσινο ορίζοντα…
               «Με συγχώρεσες ποτέ»; Σχε-
               δόν το ψιθύρισε.
   40   41   42   43   44   45   46   47   48   49   50