Page 67 - mag_80
P. 67
του Σπύρου Διαμάντη
Δυστυχώς έχω καιρό να ευχηθώ σε το κάνω. Δεν είμαι καλός στις ευχές.
κάποιον κάτι καλό. Στην αρχή ένιωθα Εντάξει, τις περισσότερες φορές για να
άσχημα και είχα συνεχόμενες αϋπνίες. πω την αλήθεια, μόνο εσύ με ένοιαζε αν
Τώρα έχουν περάσει. Δε λέω, τύχαινε θα έπαιρνες να μου ευχηθείς. Η ηρεμία
περιστασιακά να απεύχομαι να συμβαί- μου βρισκόταν πάντα ένα τηλεφώνημα
νουν κάποια κακά πράγματα γενικής μακριά και ποτέ δεν κατάφερνε να με
φύσεως, αλλά κι αυτό για το δικό μου φτάσει. Μπορούσα φυσικά να τη φτάσω
καλό φρόντιζα να γίνεται. εγώ μα ήταν αφόρητα δύσκολο και βα-
Ακόμα κι όταν ήμουν εξυπηρετικός το σανιστικό να πληκτρολογώ τον αριθμό
έκανα γιατί ήταν χρήσιμο. Δεν ήταν λί- σου. Άσε που είναι καλύτερα να νομί-
γες οι φορές που είχα προτείνει βοή- ζεις ότι σε μισώ.
θεια σε κάποιον επειδή γνώριζα πως Δε το συζητάω, είναι πολύ καλύτερα,
σίγουρα θα την αρνηθεί. Πρόσφατα μου παρόλο που είναι αδύνατον να μισώ
πέρασε έντονα απ’ το μυαλό το ενδε- τον άνθρωπο που θέλω σαν τρελός να
χόμενο να είμαι αναίσθητος. Λογικά δε μ’ αγαπάει. Κι αν έχεις κάνει και συ το
θα αληθεύει, η αναισθησία είναι κάπως συλλογισμό αυτό θα με έχεις θεωρήσει 67 67
τρομακτική σε κάνει να μη νοιάζεσαι κι εντελώς αφελή, πράγμα που με εκνευ-
αν δε νοιάζεσαι κατηγορείσαι και απορ- ρίζει περισσότερο και με κάνει ακόμα
Κρυφτό πληθυσμό ως μαύρο πρόβατο και προς Ω και είμαι τόσο επιρρεπής σ’ αυτό.
πιο δύστροπο και γκρινιάρη.
ρίπτεσαι σιγά-σιγά από τον ευαίσθητο
Σχεδόν όλοι είμαστε και είναι απολύτως
θεού πρέπει η σχέση να παραμένει φι-
λική με τον πληθυσμό αυτό.
νος που μπορεί να αντιληφθεί το νόη-
Διόλου απίθανο δεν είναι να είμαι κα- λογικό. Ο παππούς μου, έλεγε ότι ο μό-
κός άνθρωπος γι αυτό άλλωστε δε λεί- μα της ζωής είναι ο ετοιμοθάνατος. Δεν
πω σε κανέναν, ή τουλάχιστον σίγουρα αποκλείεται μάλιστα, όλη αυτή η άσκο-
σ’ εκείνους που λείπουν σε μένα. Ακό- πη γκρίνια του ανθρώπου να οφείλεται
μα και στις γιορτές θυμάμαι, δεχόμουν κατά βάθος σ’ αυτήν την υποσυνείδητη
ελάχιστα τηλεφωνήματα κι απ’ αυτά πληροφορία.
μη νομίζεις, κανένα δε με ενδιέφερε. Καλά, εγώ φυσικά όταν το ‘λεγε γελού-
Μετά από ένα σημείο βρισκόμουν στη σα και το έπαιρνα για αστείο, όμως λίγο
δυσάρεστη θέση να σηκώνω ψυχανα- πριν φύγει οριστικά από τον κόσμο μας-
γκαστικά το ακουστικό δυο τρεις φορές αν τέλος πάντων κι αυτός θεωρείται
-μπορεί και τέσσερις- τη μέρα να δω δικός μας- ήταν ήρεμος και δεν έλεγε
αν συνέχιζε να δουλεύει και πάντα μια πολλά, μόνο χαμογελούσε. Χαμογελού-
χαρά δούλευε. Απ’ την άλλη ούτε εγώ σε καλύτερα απ’ όλες τις φορές.
τηλεφωνούσα σε κάποιον κι ακόμα δεν Τότε πίστεψα ότι κάθε όμορφο χαμόγε-