Page 31 - mag_80
P. 31
της Δήμητρας Ξενάκη
Ξημέρωσε ο Θεός τη μέρα. Ο ήλιος φωτίζει σκληρά το δωμάτιο. Παντού φως
και αχτίδες γεμάτες υποσχέσεις να με χαϊδεύουν. Ήρθε ο Απρίλης μου λένε.
Κι εγώ τις ακούω και τις αφήνω να με χαϊδεύουν και να φτιάχνουν σχήματα
στον τοίχο. Τις βλέπω να παίζουν ανέμελα και χαίρομαι, που με δάγκωναν
τρυφερά στο πρόσωπο και στο λαιμό -...ας κάνουν και νυχιές- σκέφτομαι.
Όπως το 'λεγε ο ποιητής: ”Μια βαθιά νυχιά στο δέρμα, κατά κεί που χαράζε-
ται παντοτινά ο χρόνος...»
Αγγίζω το δέρμα μου, ψάχνω για τη νυ- Αυτός δεν ξέρει και ήρθε σκληρός και
χιά και για το αποτύπωμα του χρόνου. ορεξάτος, αγκαλιά με τον ήλιο
Τα δάχτυλά μου αναζητούν τη ζωή. Ξέρεις, του λέω, οι αχτίδες με χαράζουν
Οι φρέζες μού κάνουν σινιάλο απ’ το χωρίς ν’ αφήνουν σημάδια πάνω μου.
μπαλκόνι. Δεν έχω σημάδια για ν’ακουμπήσει ο
- Δεν φυλακίζεται η ζωή σε τέσσερις χρόνος ο παντοτινός.
τοίχους, λένε. - Κι όμως έχεις απαντάει. Θα τα νοιώ-
Χαμογελάω. Δεν ξέρω αν το χαμόγελο σεις μετά, γιατί τώρα, ο χρόνος σταμά-
χαράκτηκε για να κρύψει τους φόβους τησε
μου ή γιατί πείστηκα πως η φύση είναι - Δεν καταλαβαίνω. Πως σταμάτησε ο
εδώ και πρέπει να τρέξω να την προ- χρόνος;
λάβω. Κανείς δεν απαντά... 31
Ντύθηκα γρήγορα, ανυπόμονα. Θα πάω - Πως σταμάτησε ο χρόνος, φωνάζω.
να περπατήσω. Θα πάω να βρω τα αγρι- Κανείς δεν απαντά...
ολούλουδα που φυτρώνουν μόνα τους Και ξαφνικά καταλαβαίνω πως χάθη-
στα πεζοδρόμια. Να βιαστώ να προλά- καν οι ήχοι. Δεν ακούω τίποτα...
βω ν’ αγκαλιάσω τον Απρίλη. Αυτός δεν
ξέρει για τη συμφορά που χτύπησε τη Κοιτάζω γύρω. Δεν βλέπω ανθρώπους,
γη. Δεν ξέρει για φονικούς ιούς και κα- ούτε παιδιά να παίζουν ή να μαλώνουν.
ραντίνες. Ακινησία και βουβαμάρα. Τρομάζω.
Στελνω μήνυμα στο ειδικό νούμερο με Κι ο ήλιος με τον Απρίλη να συνεχίζουν
τον ειδικό κωδικό. Φυσική άσκηση, να παίζουν. Αυτοί δεν ξέρουν.
γράφω. Μου απαντάνε. Όλα εντάξει. Περπατάω πιο γρήγορα. Να φτάσω
Παίρνω την ταυτότητα και βγαίνω. Περ- στην αλάνα εκεί που έχει πάντα παιδιά.
πατάω αργά στο πεζοδρόμιο κι αφήνω Εκεί που είχε πάντα παιδιά... Αυτή η
τις αχτίδες να με χαράζουν. ησυχία με τρομάζει. Παίρνω το δρόμο
Μια άγρια μαργαρίτα βρήκε τρόπο και του γυρισμού. Βουβά.
φύτρωσε ανάμεσα στις πλάκες του πε- Και λίγο πριν διασχίσω τον έρημο δρό-
ζοδρομίου. μο, βλέπω έναν μικρούλη να σφίγγει τα
Πως τα κατάφερες;, τη ρωτάω. κάγκελα του μπαλκονιού.
Όπως κι εγώ... απαντάω μόνη μου, τρύ- Κοιταζόμαστε. Του χαμογελάω . Οι μα-
πωσα σε μια ρωγμή της καραντίνας και τιές μας σπάνε την οδυνηρή σιωπή.
πάω να συναντήσω τον Απρίλη. Μπορεί να μη σταμάτησε ο χρόνος...