Page 57 - mag_32
P. 57

της Γλυκερίας Παυλίδου











               Ο Δεκέμβρης επιτέλους               ξενη  ιστορία που μου               τα ‘χωνα κρυφά στον

               έφτασε. Το κρύο έξω                 είπε κάποια Χριστού-                κόρφο ή την τσέπη μου
               είναι τσουχτερό, έτσι               γεννα για τη δική του               και τρέχαμε στα χωρά-
               όπως του ταιριάζει. Ο               γιαγιά την οποία είχε               φια. Έτσι άρχιζε πάντα η

               ουρανός είναι βαρύς                 χάσει κάποια άλλα, μα-              περιπέτεια μας. Τα έβα-
               από τα κρεμασμένα στα               κρινά    Χριστούγεννα               ζα στα μάτια μου και αρ-
               τσιγκέλια του σύννεφα               όταν ήταν μικρός….                  χίζαμε τα παιχνίδια. Τα

               και τα Χριστούγεννα                 «Δεν μπορώ να πω πως                διαβολόγυαλα  άνοιγαν
               άρχισαν ήδη να μοσχο-               τα γυαλιά της γιαγιά                κάτι τεράστιους λάκ-
               βολούν. Κανέλα, γαρί-               μου, καθώς τα ‘βλεπες               κους μπροστά μου, που

               φαλο και μοσχοκάρυ-                 με την πρώτη ματιά ήταν             όλο νόμιζα πως θα έπε-
               δο. ..                              τόσο διαφορετικά από                φτα μέσα. Με έκαναν να


               Αστέρια,           στολίδια,        τα γυαλιά των άλλων.                περπατώ σαν μεθυσμέ-
               κόκκινες μπότες, κάλ-               Μα στην πραγματικότη-               νος και όλο σκόνταφτα

               τσες που περιμένουν                 τα αυτά τα γυαλιά ήταν              και έπεφτα. Δεν ήταν να
               να γεμίσουν δώρα, πο-               πολύ πιο διαφορετικά                βλέπεις δέντρα με κεί-                   57
               λύχρωμα πακέτα και                  από όλα τα γυαλιά του               να τα γυαλιά. Οι κορμοί

               κορδέλες, κουραμπιέ-                κόσμου. Ήταν μαγικά…                τους μεγάλωναν ξαφνι-
               δες , μελομακάρονα και              Ναι πράγματι τα γυαλιά              κά κι εκεί που ήταν μια
               όμορφα βράδια γύρω                  της γιαγιάς μου ήταν                τόση δα αμυγδαλίτσα,

               απ΄την φωτιά, όπως                  μαγικά. Αυτό όμως η                 ξαφνικά ο κορμός της
               εκείνο τον παλιό καλό               γιαγιά δεν το ‘ξερε.                γίνονταν χοντρός σαν
               καιρό που οι παππού-                Γιατί σε κείνην συμπε-              της ελιάς και λύγιζε εύ-

               δες  έλεγαν χιλιάδες                ριφερόταν σαν κανο-                 πλαστος σαν μαστίχα.
               παραμύθια…                          νικά γυαλιά. Όταν δεν               Αν πάλι έβλεπες τον

                                                   τα φορούσε, τα έβαζε                τοίχο, ο τοίχος βάθαινε
               Τυλιγμένη με την καρό               στο σακουλάκι τους και              σαν σπηλιά και αν προ-
               κουβέρτα μου ξαπλω-                 τα ακουμπούσε πάνω                  σπαθούσες να μπεις
               μένη στον καναπέ απέ-               στο σεντούκι που ήταν               στην σπηλιά έσπαζες το

               ναντι από το τζάκι, ανα-            πλάι στο κρεβάτι της.               κεφάλι μου. Αν έβλεπες
               πολώ τα Χριστούγεννα                Τότε εκείνα έβγαζαν το              τη γάτα μας, γίνονταν
               των παιδικών μου χρό-               αυτάκι τους μέσα από                θεριό και αν προσπα-

               νων, τότε που ο αγαπη-              το σακουλάκι και μου                θούσες να μετρήσεις τα
               μένος μου παππούς μου               ‘γνεφαν πονηρά.                     δάχτυλα σου, ενώ μπο-

               αφηγούταν ιστορίες και                                                  ρούσες να τα πιάσεις
               παραμύθια. Θυμήθηκα                 Κι εγώ δεν έχανα ευκαι-             δεν  μπορούσες  να τα
               λοιπόν μια πολύ παρά-               ρία. Έτρεχα κοντά τους,             ξεχωρίσεις.
   52   53   54   55   56   57   58   59   60   61   62