Page 46 - mag_33
P. 46
παιΔI & EλπιΔA Πώς να μάθετε
σε έναν παππού
να μην κάνει
του κεφαλιού του
ή
Τα πολύ μικρά
παιδιά ξέρουν
τι θέλουν
«Καλήν εσπέραν, άρχο- καυχώμαι! Ένας ασήμα- μέσα στο βλέμμα της εν-
ντες, κι α-α-αν ει-, κι αν ντος κρίκος είμαι σε μια νοώ.
είναι ορισμό-ος σας…» μακραίωνη παράδοση, «Τι θα μου δώσεις αν πω
«Όσι! Τί-ωνα, κάαντα!» την οποίαν παράδοσιν, τα “Τρίγωνα κάλαντα” και
«…Χριστού τη Θείααα λέγω, η αγωγή μου, η παι- σου εξηγήσω και το «απε-
Γέννηση, νά-α-α πω, να δεία μου και η καταγωγή μπολήσω»;» της λέω.
πω…» μου δεν μου επιτρέπουν «Τίποτα!» γελάει. «Τρα-
«Όσι! Τί-ωνα, κάαντα!» να απεμπολήσω!» γουδάμε επειδή είναι
τσιρίζει η μικρή κι εγώ Η γιαγιά της γελάει κα- γιορτές! Εσύ τι θα μου
46 βράζω από μέσα μου. θώς κρεμάει τα τελευταία δώσεις που στολίζω μαζί
«Τι να σου κάνω τώρα, στολίδια στο δέντρο. σας το δέντρο σας;»
κακομοίρα μου; Να σε «Μα δεν ντρέπεσαι λίγο; Νιώθω σαν μαθητής που
ζουπήξω; Να σε δέσω στο Ξαναμωράθηκες; Εμ δεν του κάνανε μια δίκαιη πα-
καρεκλάκι φιμωμένη και τους λες αυτό που θέλουν ρατήρηση. Αλλά δεν το
να σε βάλω να ακούσεις ν’ ακούσουν, εμ τις δου- βάζω κάτω.
όλα τα κάλαντα που δεν λεύεις κι από πάνω με τα «Ωραία! Να σας πω τότε
σ’ αρέσουν; Νησιώτικα, ακαταλαβίστικά σου;» με τα “εξάγωνα κάλαντα”
Ποντιακά, Κρητικά… Ή να μαλώνει. στην ίδια τιμή;» προσπα-
υποκύψω και να σου πω Μπαίνει στη μέση και η θώ να πάρω εκδίκηση.
τα “Τζινγκλμπέλια” που άλλη η τσούρδω, η (σχε- Δεν γελάνε. Η μικρή το
γουστάρεις, επειδή σου τα δόν) εξάχρονη, να υπε- ’χει χάσει και η μεγάλη
λέει η αδερφή σου; Που ρασπιστεί την είκοσι και σοβαρή: «Πάλι μπουρδί-
της τα μαθαίνουν από το κάτι μηνών αδερφή της: τσες λες, μού φαίνεται…»
νηπιαγωγείο…» «Κι εμένα μ’ αρέσουν τα «Τί-ωνα, κάαντα!» μπαί-
Και της λέω φωναχτά και “Τρίγωνα κάλαντα”. Και νει ξανά στο παιχνίδι και
ακατάληπτα (για εκείνη): τι θα πει αυτό το «απεντο- η μικρή.
«Τα τρίγωνα κάλαντα να λίσω» που είπες;» Κάτι ξέρει κι αυτή από
σου τα πει η γιαγιά! Εγώ Με τα χέρια στη μέση, με “μπουρδίτσες ”.
δεν τα θέλω αυτά τα τζιν- το τρίγωνο και το ραβδά- Την κοιτάζω με Ηρώδειο
γκλμπελο-κάλαντα! Είμαι κι, σαν αμφορέας με ξι- ύφος. Όχι του Ηρώδη του
παραδοσιακός εγώ και το νισμένο κρασί. Την ξινίλα Αττικού, αλλά τού άλλου,