Page 29 - mag_48
P. 29

l
                                                                                  του Aλέξανδρου Αραμπατζή


               l Ο Αλέξανδρος Αραμπατζής γεννήθηκε στη Δράμα το 1961. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα. Ζει και

               εργάζεται ως δικηγόρος στη Δράμα. Λογοτεχνικά και κριτικά κείμενά του έχουν δημοσιευθεί σε
               πολλά περιοδικά ("Διαβάζω", "Μανδραγόρας", "Λέξη", "Παρέμβαση", κτλ) ενώ συγκαταλέγεται
               στους τακτικούς εισηγητές του Συμποσίου Ποίησης στην Πάτρα. Είναι πατέρας δύο παιδιών.



               έντονες παιδικές ανα-               ρωμένη με τόσο χοντρές              τολμούσα ν' αρθρώσω

               μνήσεις, από εκείνο το              κλειδαριές, τουλάχιστον             λέξη. Το μεσημέρι στο
               κάστρο. Κάθε πρωί,                  για μένα τον μικρούλη,              τραπέζι πρόσεξα πως η

               κάποιοι, άγνωστοι για               που ήταν αδύνατο να                 μητέρα μου ήταν πανέ-
               μένα,  τύποι, χωρίς να              μπω μέσα.                           μορφη, σαν πριγκίπισσα,
               γίνονται αντιληπτοί από             Εκείνο όμως που πρό-                και ο πατέρας μου, ένας

               τους υπολοιπους,  υψώ-              σεξα είναι ότι και η μη-            απλός γκαραζιέρης, κο-
               νανε εκεί μια περίεργη              τέρα μου δεν φοβόταν                ντός και κακάσχημος.

               σημαία. Το βράδυ πάλι,              να πλησιάσει το κάστρο.             Ήμουν αρκετά ανόρε-
               κάποιο άγνωστοι τύ-                 Πάντα φρόντιζε να                   χτος και ο πατέρας μου
               ποι, χωρίς να γίνονται              απλώνει την μπουγά-                 το πρόσεξε.

               αντιληπτοί,  μαζεύανε               δα της στο πίσω μέρος               - Τι συμβαίνει, μικρέ;
               τη σημαία και κάπου την             του κάστρου, εκεί όπου              ρώτησε.
               κρύβανε. Μερικές φορές              κανείς δεν την έβλεπε.              - Πατέρα, ρώτησα,

               ακουγόταν από μέσα                  Μια μέρα, όμως, την                 υπάρχουν ιππότες στην                    29 29
               ένα ρυθμικό βουητό,                 ακολούθησα κρυφά και                εποχή μας;
               σαν μακρινό πολεμικό                με έκπληξή μου είδα                 - Όχι, βέβαια, κουτέ,

               εμβατήριο που καλούσε               έναν ιππότη, ένα πανέ-              απάντησε.
               σε πόλεμο. Άλλοτε πάλι,             μορφο παλληκάρι να                  - Μητέρα, ρώτησα, εσύ

               ακούγονταν ψίθυροι,                 βγαίνει από την πίσω                τι πιστεύεις;
               βόγγοι, αναθεματισμοί,              πορτούλα του κάστρου,               - Α, φαντάζομαι, είπε η
               κλαγγές όπλων, βλαστή-              με την ασημένια πανο-               μητέρα, πως οι ιππότες

               μιες, αλλά πάντα σε ακα-            πλία του να στραφταλίζει            ξέρουν να  ιππεύουν
               ταλαβίστικες γλώσσες.               στο φως του ήλιου, ένας             θαυμάσια.

               Κανείς δεν τολμούσε να              πραγματικός άγγελος.                - Μα γι' αυτό και λέγο-
               πλησιάσει το κάστρο,                Αγκάλιασε τη μητέρα                 νται ιππότες, κουτή, είπε
               που καθώς λέγανε οι                 μου με πάθος, φιλη-                 ο πατέρας.

               χωρικοί ήταν στοιχειω-              θήκανε με πάθος και                 Το βράδυ άκουσα τη
               μένο. Εγώ, όμως, σαν                χαθήκανε στο βάθος                  μητέρα μου να ψιθυρίζει
               παιδί δεν ήμουν γενικά              του κάστρου. Ένιωσα                 στο  τηλέφωνο.

               ο τύπος του φοβιτσιάρη              μια απίστευτη ταραχή κι             - Βαλδουίνε, είπε, πρέπει
               που τρέμει τη σκιά του              έναν απερίγραπτο φόβο.              να προσέχουμε, ο μι-
               και πολλές φορές πλη-               Μετά από μια ώρα περί-              κρός μπασταρδάκος σου

               σίασα το κάστρο. Αλλά               που η μητέρα μου επέ-               φαίνεται πως μας είδε
               η πόρτα του ήταν αμπα-              στρεψε, αλλά εγώ δεν                και κάτι ψυλλιάστηκε.
   24   25   26   27   28   29   30   31   32   33   34