Page 47 - mag_49
P. 47

iΣτΟΡΙεΣ τΟΥ ΔΡΟΜΟΥ                            της Ελένης Παναγιώτου







               Ζωή...













               Περνούν οι άνθρωποι απ’ τη ζωή σαν κάποια Δευτέρα πρωί κι αγγαρεία να
               ‘ναι.  Μα σαν ήταν παιδιά κατάφερναν να ‘ναι αμερόληπτοι εκτιμητές του κάθε

               φύλλου στο δέντρο και κάθε αχτίδας του φωτός που κάνει τα μάτια να μισο-

               κλείσουν. Κι όταν τα μάτια έκλειναν δεν έβλεπαν σκοτάδι· ήταν ακόμη μια

               ευκαιρία να ονειρευτούν.

               Μα όσοι το χρόνο του κόσμου τούτου δεν ακολούθησαν και ‘φτιάξαν ρολόγια

               δικά τους, ακόμα ονειρεύονται στο σκοτάδι και νικούν το φόβο και σ’ όλους

               τους κανόνες μια εξαίρεση βρίσκουν.


               Μπορεί να μοιάζουν μ’ άλλους περαστικούς τριγύρω και συνηθισμένοι να σου
               φανούν σαν το βήμα σου το βιαστικό τους προσπερνά κάθε πρωί που τρέχεις                                          47

               να προφτάσεις τους δείκτες της ώρας σε κάποιο φανάρι που στα δικά σου

               μάτια πράσινο φαντάζει, εκείνοι κοιτούν το γαλάζιο τ’ ουρανού ενώ οι μωβ

               αποχρώσεις αποχωρούν νυσταγμένες.

               Και σαν εκείνους μοιάζουν  που δεν πέρασαν σήμερα την πόρτα ενός γκρίζου

               γραφείου γιατί αποκοιμήθηκαν με το χέρι τους μπλεγμένο στο χέρι κάποιου

               άλλου. Και σαν αυτούς που το τελευταίο τρένο χάσανε, αφού σε μια άδεια

               πλατεία μ’ άγνωστους μουσικούς μείναν να χορεύουν.

               Μα και σαν τους άλλους που έρωτα αποκαλούν τη συνάντηση της ψυχής κι

               ας είν’ απόν το σώμα.


               Και σαν πόσους άλλους που πρέπει στα μάτια να κοιτάξεις για να αναγνωρί-

               σεις, το χέρι σου να δώσεις και το δικό τους να κρατήσεις, παραμερίζοντας το
               φόβο έτσι που να φαντάζει η ζωή πως μέσα στα τρία μόλις γράμματα της το

               άπειρο χωρά.


               Κάθε μέρα που τυχαίνει και πάλι να ξημερώσει, βαδίζεις πάνω σε μια έκταση
               απέραντων συμβιβασμών, μα ζωή είναι να κάνεις ότι σου κατεβαίνει στο κε-

               φάλι και ύστερα να παρηγορείσαι λέγοντας πως είναι αφηρημένη τέχνη.
   42   43   44   45   46   47   48   49   50   51   52