Page 63 - mag_58
P. 63
του Σπύρου Διαμάντη
Η μετακόμιση
63
Κλειδώνω κάθε βράδυ. Δεν είναι ν’ Θύμωνα πολύ. Αλλά τα βράδια,
αφήνεις ορθάνοιχτα τούτες τις μέρες. όταν καθόμασταν μαζί στον καναπέ,
Μπορεί να χειμωνιάσει απότομα και ποτέ δεν ήμουν στριμωγμένος. Και
να υπάρξουν εισβολές. ομολογώ πως ήταν ήρεμα. Ξεκλείδωτα
Κλειδώνω κάθε βράδυ. Μόνο και ήρεμα. Εκεί, σε συγχωρούσα.
όταν μπουν οι σύρτες αναπνέω Ένιωθα ότι μπορούν τα πάντα να με
ξανά φυσιολογικά. Μετά, ελαφρώς πλησιάσουν, ακόμα και σε απόσταση
ανακουφισμένος στριμώχνομαι στον αναπνοής χωρίς να με βλάψουν.
καναπέ. Μόνος και στριμώχνομαι. Χωρίς να αποκόψουν ούτε ένα
Κλειδώνω κάθε βράδυ. Τη μέρα τετραγωνικό χιλιοστό του χαρακτήρα
κανείς δεν επιτίθεται, αλλά παραμένω μου. Ακόμα και η αναπνοή μου ζήλευε
καχύποπτος. Μάλλον συνήθισα έτσι. τη διακριτικότητα της δικής σου. Την
Το ξέρω, σου είχα υποσχεθεί πως είχες μάθει να μην κάνει σπατάλες,
θα βρω άλλον τρόπο. Η τελευταία για να αφήνεις περισσότερο οξυγόνο
σου φράση καθώς έφευγες, ήταν να στην άναρχη δική μου. Και κοιμόμουν
έχω εμπιστοσύνη στη ζωή. Να μην τη πάνω σου χορτασμένος.
φοβάμαι. Ότι ξέρει αυτή. Θυμάμαι όταν Κλειδώνω κάθε βράδυ, και τρέμω
ήσουν εδώ μου έκρυβες τα κλειδιά. μήπως ήσουν εσύ σε κάποιο από
Είχες ξηλώσει και τους σύρτες. τα μεταμεσονύχτια χτυπήματα στην