Page 83 - mag_60
P. 83
της Γεωργίας Μακρογιώργου
Το καλοκαίρι ξυπόλυτη προσπαθούσε
τα πατήματά του ν’ ακολουθήσει,
τα χνάρια του στην άμμο ν’ ακουμπήσει.
Τα έσβηνε όμως το κύμα.
Ήδη είχε καθυστερήσει.
Τα δικά του βήματα σε ευθεία γραμμή,
τα δικά της σε τροχιά κυματιστή, ένα εδώ, άλλο εκεί.
Αυτός προσηλωμένος στο στόχο του, μπροστά,
πού και πού να γυρνάει, από απόσταση να την κοιτάει,
να την περιμένει, να σταματάει.
Κι αυτή να χασομεράει, γλάρους και φύκια να κοιτάει.
Το χειμώνα θα φοράνε μπότες.
Αυτός δε θα προσπαθήσει 83
τα πατήματά της ν’ ακολουθήσει.
Τα δικά της βήματα τώρα σε ευθεία γραμμή,
τα δικά του σε τροχιά κυματιστή, ένα εδώ, άλλο εκεί.
Αυτή προσηλωμένη στο στόχο της, μπροστά,
στο σπίτι, το τζάκι, τη φωτιά.
Πού και πού θα γυρνάει, από απόσταση θα τον κοιτάει,
θα τον περιμένει, θα σταματάει.
Κι αυτός θα χασομεράει,
ξυλαράκια για τη φωτιά θα μαζεύει, θα σταματάει.
Κι αυτή ήδη με γεμάτη από ξυλαράκια αγκαλιά,
θα του λέει φτάνει πια, είναι αρκετά.
Αυτός ο παραθαλάσσιος συντονισμός
είναι ανέφικτος,
χειμώνα-καλοκαίρι, δυστυχώς ή ευτυχώς.